Γιατί κατέρρευσε ο ΣΥΡΙΖΑ

από Team MyPortal.gr
sms

Ανάλυση – Μιλούν ο διευθυντής της Palmos Analysis Πασχάλης Τεμεκενίδης και ο καθηγητής του ΑΠΘ Θόδωρος Χατζηπαντελής

 

Toυ Βαγγέλη Παπαντώνη

Οι  κάλπες της 21 Μαϊου είναι παρελθόν, καθώς οδεύουμεσε δεύτερο εκλογικό αγώνα σε κάτι λιγότερο από ένα μήνα, η εφημερίδα «Π» αναλύει με την βοήθεια έγκριτων δημοσκόπων και καθηγητών ένα από τα μεγάλα ερωτήματα που δημιουργήθηκαν από το αποτέλεσμα των εκλογών που μας πέρασαν, και αυτό δεν είναι άλλο από το γιατί «κατέρρευσε» ο ΣΥΡΙΖΑ.

Πως το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης από τις κυβερνητικές θέσεις, αλλά και την ηγεμονία που ειχε την τελευταία δεκαετία στον χώρο της κεντραριστεράς, έφτασε στο 20% έχοντας πλέον πίσω του το ΠΑΣΟΚ του Ν. Ανδρουλάκη να τον περιμένει στην γωνία ενόψει τον εκλογών της 25 Ιουνίου, με επίδικο την δεύτερη θέση και την αξιωματική αντιπολίτευση.

Με την βοήθεια του Διευθυντή Ερευνών και CO-FOUNDER της Palmos Analysis, ΠασχάληΤεμεκενίδη αλλα και του καθηγητή του τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Α.Π.Θ. Θεόδωρου Χατζηπαντελή, θε ξετυλίξουμε το κουβάρι των λόγων της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ.

Σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση ο ΣΥΡΙΖΑ αγωνίστηκε εναντίον του εαυτού του και ήρθε δεύτερος. Αυτό δείχνει καταρχάς η εκλογική επίδοση, που υπολείπεται της επίδοσης του 2019.  Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε τέσσερα χρόνια απέναντι «στη χειρότερη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης», όπως βάφτισε την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, για να αποκαταστήσει τα ρήγματα στη σχέση με τους ψηφοφόρους.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έδειξε ότι εξακολουθεί να μην μπορεί να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών. Το τραύμα που προκάλεσαν οι ανερμάτιστες υποσχέσεις του 2015, οι νόμοι με ένα άρθρο που δεν ήρθαν ποτέ και στη συνέχεια η περιπέτεια του δημοψηφίσματος, το «όχι» που έγινε «ναι» και το αρνητικό αποτύπωμα από την «πρώτη φορά Αριστερά» διακυβέρνηση, είναι πληγές που, όπως αποδεικνύεται, δεν έχουν επουλωθεί.

Η ήττα δεν έρχεται σαν κεραυνός εν αιθρία. Τέσσερα χρόνια οι δημοσκοπικές επιδόσεις έδειχναν σταθερά το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να υπολείπεται όχι μόνο του ποσοστού της κυβέρνησης, αλλά και του ποσοστού που είχε κερδίσει στις εκλογές του 2019. Η κυβέρνηση κλήθηκε να διαχειριστεί μια σειρά από κρίσεις και οι όποιες απώλειες κατέγραφε δημοσκοπικά δεν κατευθύνονταν στον ΣΥΡΙΖΑ .

Με δυο λόγια, ο ΣΥΡΙΖΑ στη συνείδηση του κόσμου έχει γίνει συστημικό κόμμα. Η ηγεσία του, όμως, εξακολούθησε σε σημαντικό βαθμό να επενδύει στον αντισυστημισμό.

 

Θ. Χατζηπαντελής: Με παλιά υλικά δεν χτίζεις κάτι νέο

Ο κ. Χατζηπαντελής κάνοντας την ανάλυση του «γιατί κατέρρευσε ο ΣΥΡΙΖΑ;», επισήμανε:

«Δεν μπορείς με παλιά υλικά να χτίσεις ένα καινούριο σπίτι. Μετά από τρία χρόνια εγκλεισμού δεν είναι δυνατόν να προσπαθείς, αντί να προτείνεις διεξόδους, να επιστρέφεις στο παρελθόν. Αντίθετα από το γνωστό κινηματογραφικό έργο που λέει «επιστροφή στο μέλλον» ο ΣΥΡΙΖΑ γυρίζει στο παρελθόν!  Στο πρόσφατο «2012-15» η «πορεία προς τον Λαό»-κατά το πρότυπο του Γεωργίου Παπανδρέου, με τις πάνω και κάτω πλατείες, μπορεί να πέτυχε την συγκρότηση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αλλά η «πορεία προς τον Λαό» το2023 με πρόγραμμα «χαρίζω σπίτια, χαρίζω οικόπεδα» δεν πέτυχε.

Ο Γεώργιος Παπανδρέου μπορεί να είχε δίκαιο να απαιτεί «η Δημοκρατία να νικήσει στην Πατρίδα αλλά με το να βάλεις στην θέση της «Δημοκρατίας» την «Δικαιοσύνη»  δεν πείθεις. Απλά γιατί «Δικαιοσύνη» δεν σημαίνει να γίνεται αυτό που θέλεις εσύ! «Πήραμε την Κυβέρνηση, αλλά δεν πήραμε την εξουσία». Άλλωστε δεν τους βόλεψε όλους το 2015-19, όπως τους υποσχέθηκε το 2012-2015. Έτσι δεν τον πιστεύουν όταν λέει ότι «αυτά που θα κάνω τώρα, είναι ότι θα έκανα αν δεν υπήρχαν περιορισμοί το 2015».

Ούτε μπορείς να κάνεις εκστρατεία όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου. Η «Αλλαγή» είχε νόημα και περιεχόμενο το 1981 μετά από το 1977, αλλά το 2023 δεν είναι 1981, ούτε το 2019 ήταν 1977. Το 2019 υπήρχε η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και αποδείχτηκε ότι η «Αλλαγή» δεν είναι –όπως προφητικά έλεγαν κάποιοι το 1977- πρόσκληση σε πάρτι.  Στην πρόσκληση σε πάρτι που απεύθυνε το 2023 ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε το 20% του 75% που ψήφισε στις εκλογές [έξι εκατομμύρια από τα οκτώ εκλογέων που είναι εντός Ελλάδας].

Ο καθηγητής του ΑΠΘ ξεκαθαρίσε πως φυσικά δεν φταίει ούτε το εκλογικό σύστημα. «Αν θέλεις να κάνεις απλή αναλογική για να βοηθήσεις συνεργασίες, προσπαθείς να κάνεις συνεργασίες πριν τις εκλογές. Δεν απαιτείς μετά τις εκλογές –που πρέπει να είσαι πρώτος, να πειθαρχήσουν σε σένα.  Συζητάς και συν διαμορφώνεις προγράμματα και προτείνεις πρόσωπα. ΑΝΕΛ δεν υπάρχουν το 2023. Καταλήγεις όπως το 1989 που η απλή αναλογική έγινε για να μην εκλεγεί ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης να κάνεις αναλογική για να μην εκλεγεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης».

Όπως προσθέτει, «και για να πούμε και κάτι συγκεκριμένο: προτιμάει κάποιος να ξοδεύει 700 Ευρώ το μήνα για να σπουδάζει το παιδί του σε μια πόλη σε κάποιο τμήμα ΑΕΙ που δεν γέμισε γιατί το ζητούσαν αυτοί που δεν έγραψαν καλά και θα μπορούσαν να περάσουν χωρίς τους περιορισμούς σε αυτό, αντί να πληρώνει δίδακτρα –χωρίς να έχει πληρώσει ιδιαίτερα και φροντιστήρια;  Γιατί η «ελάχιστη βάση εισαγωγής» δεν επιδρά στην εισαγωγή στην Ιατρική, στο Πολυτεχνείο, στην Νομική, στο Μαθηματικό Σάμου περνούσαν με 5.  Άρα: καλύτερα στο σπίτι με ιδιωτικά ΑΕΙ παρά στην άλλη άκρη της Ελλάδας!  Σκεφτείτε και απαντήστε μονομιάς στο ερώτημα. Στις εκλογές οι Έλληνες εκλογείς απάντησαν: «Ιδιωτικά ΑΕΙ αντί κατάργηση της ελάχιστης βάσης εισαγωγής».

Ο κ. Χατζηπαντελής, συνεχίζοντας επισημαίνει πως «με παλιά υλικά (τον Γεώργιο και τον Αντρέα Παπανδρέου και την πολιτική τους) δεν χτίζειςκάτι καινούριο. Δεν θα σε ψηφίσουν αυτοί που ψήφιζαν τον Αντρέα επειδή προσπαθείς νατον μιμηθείς. Άλλωστε ο Γεώργιος και ο Αντρέας Παπανδρέου παραπέμπουν σε άλλο κόμμα! Όχι στον ΣΥΡΙΖΑ. Και έτσι όχι μόνο η πρώτη αλλά και η δεύτερη θέση είναι πια συζητήσιμη. Θα δούμε. Γιατί σε σχέση με το αποτέλεσμα του 2019, η ΝΔ παρέμεινε στη θέση της, ο ΣΥΡΙΖΑ έπεσε 40%, ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ ανέβηκαν 40% και η Ελληνική Λύση  20%».  Καταληκτικά τονίζει: «Καλό Ιούνιο και τα άλλα μετά τις 25 Ιουνίου. Προσοχή! Δεν είναι τώρα δημοψήφισμα. Εκλογές είναι!».

 

Από την άλλη, ο Διευθυντής Ερευνών της Palmos Analysis, Πασχάλης Τεμεκενίδης στη δική του ανάλυση για το πως κατέρρευσε ο ΣΥΡΙΖΑ, εκτιμά:  «Το εκλογικό αποτέλεσμα της 21ης Μαΐου, αποτέλεσε ισχυρή έκπληξη, τόσο ως προς το μέγεθος της διαφοράς μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ (κανείς δεν προέβλεπε προεκλογικά μια διαφορά της τάξης των 20 ποσοστιαίωνμονάδων μεταξύ των δύο κομμάτων), όσο και ως προς το πολύ χαμηλό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ, που κατέγραψε μια εντυπωσιακή πτώση άνω των 11 ποσοστιαίων μονάδων σε σύγκριση με τα αποτελέσματα των Βουλευτικών Εκλογών του2019. Θα ήταν όμως, κατά τη γνώμη μου, μεγάλο λάθος να θεωρήσει κανείς ότι το αποτέλεσμα αυτό κρίθηκε – ως προς τα βασικά του χαρακτηριστικά – κατά την προεκλογική περίοδο που προηγήθηκε της 21ης Μαΐου. Η βαριά ήττα του ΣΥΡΙΖΑ θεμελιώθηκε κατά την τετραετία της δικής του διακυβέρνησης και οικοδομήθηκε κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης της ΝΔ μετά το 2019. Εκείνο που οριστικοποιήθηκε – και μάλιστα με τον χειρότερο δυνατό για τον ΣΥΡΙΖΑ τρόπο – κατά την προεκλογική περίοδο ήταν το μέγεθος της ήττας…».

Ο κ. Τεμεκενίδης, εξειδικεύοντας αναφέρει: «Ας τα πάρουμε όμως με την σειρά. Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο αρχηγός του δεν είναι το κόμμα και ο ηγέτης που “γνώρισε” το εκλογικό σώμα το 2012. Υπάρχει μια μεγάλη διαφορά: έχει πλέον κυβερνήσει, έχει τα δικά του κυβερνητικά πεπραγμένα, και μάλιστα όχι τα πλέον ευχάριστα για μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων. Συνεπώς, κάθε προγραμματική πρόταση, κάθε υπόσχεση, κάθεεναλλακτική που ο ΣΥΡΙΖΑ διατυπώνει, περνάει πλέον σχεδόν αυτόματα από το φίλτρο της σύγκρισης  με το κυβερνητικό του παρελθόν. Και καθώς τα κυβερνητικά  πεπραγμένα του ΣΥΡΙΖΑ σε σύγκριση με τις υποσχέσεις του το2015 μάλλον απείχαν σημαντικά, το φίλτρο αυτό μάλλον λειτουργεί αρνητικά.  Παράλληλα, ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα με αριστερό DNA, φαίνεται να δυσκολεύεται να μετασχηματιστεί σε ένα μεγάλο κόμμα της κεντροαριστεράς που θα μπορεί να εκφράσει συνολικά όλο τον χώρο από το κέντρο μέχρι τις παρυφές της αριστεράς. Κάθε – δειλό έστω – άνοιγμα σε πιο μετριοπαθείς θέσεις και διατυπώσεις, συνοδεύεται συνήθως από έντονες «τύψεις» και «αγωνία» για την εξ αριστερών του κριτική».

 

Συνεχίζοντας, ο κ. Τεμεκενίδης, τονίζει: «Επιπλέον, η ιεράρχηση των αντιπολιτευτικών προτεραιοτήτων υπήρξε μάλλον ατυχής: μετά από μια θανατηφόρα πανδημία που ανέδειξε ανάγλυφα τις παθογένειες του δημόσιου συστήματος υγείας,  εν μέσω πρωτοφανούς κύματος ακρίβειας και μιας ενεργειακής κρίσης που έφερε νοικοκυριά και επιχειρήσεις στα όρια των αντοχών τους,  προτάχθηκαν ζητήματα όπως οι υποκλοπές και οι απευθείας αναθέσεις, ως κεντρικά ζητήματα κριτικής στην Κυβέρνηση. Όχι ότι αυτά δεν είναι σημαντικά ή δεν απασχολούν τους ψηφοφόρους. Όμως δεν μπορεί να προτάσσονται έναντι θεμάτων που αφορούν στην ίδια την καθημερινότητα και την επιβίωση των νοικοκυριών.

Φθάνοντας στην προεκλογική περίοδο, η πρόταση διακυβέρνησης που κατέθεσεο ΣΥΡΙΖΑ είχε τόσες πολλές προϋποθέσεις και προαπαιτούμενα, που απλά ακύρωσε τον ρόλο του ως τον βασικό εναλλακτικό πόλο διακυβέρνησης.

Αντιθέτως, έδωσε αυξημένο ρόλο και ορατότητα στα μικρότερα κόμματα της αντιπολίτευσης και ανέδειξε την πρόταση της ΝΔ για αυτοδύναμη κυβέρνησή της, ακόμα και μετά από δεύτερες εκλογές, ως την μόνη δυνατή και ρεαλιστική προοπτική.

Η πολυφωνία και οι παλινωδίες της τελευταίας εβδομάδας, απλώς μετέτρεψαν την προδιαγραφόμενη ήττα σε εκλογική κατάρρευση:  η κυβέρνηση ειδικού σκοπού, το άνοιγμα στους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής και, βέβαια, η δήλωση Κατρούγκαλου λειτούργησαν ως η σταγόνα που ξεχείλισε ένα ήδη γεμάτο ποτήρι…».

Έχει όμως ελπίδες ανάκαμψης ο ΣΥΡΙΖΑ στις προσεχείς νέες εκλογές; «Μπορεί, λοιπόν, και σε τί να ελπίζει ο ΣΥΡΙΖΑ στις 25 Ιουνίου; Μπορεί, όμως ηαφετηρία είναι πλέον δύσκολη και το κόμμα είναι υποχρεωμένο να παίξει κυρίως άμυνα απέναντι σε πολλούς που εποφθαλμιούν να συμπιέσουν έτιπεραιτέρω το εκλογικό του ανάστημα. Σε κάθε περίπτωση τα όπλα του ΣΥΡΙΖΑ είναι συγκεκριμένα: η επίκληση στο φόβο μια καθολικής και παντοδύναμης επικράτησης της ΝΔ και του κ. Μητσοτάκη, το συναισθηματικό κάλεσμα στους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους του χώρου με αναφορά στο αίσθημα αυτοσυντήρησης της παράταξης, η ανάδειξη των προγραμματικών θέσεων στα ζητήματα που απασχολούν τα νοικοκυριά και η σαφής ανάληψη της ευθύνης για τις αστοχίες και τις παραλείψεις με παράλληλη υπόσχεση για την ανάδειξη μιαςάλλης φυσιογνωμίας και πολιτικής πρακτικής», επισημαίνει ο κ. Τεμεκενίδης και καταλήγει: ««Μόνο που, πλέον, δεν είναι μόνο στο χέρι του ΣΥΡΙΖΑ να περιφρουρήσει ή ακόμα και να αυξήσει τα ποσοστά του:δυστυχώς γι’ αυτόν, τα άλλα κόμματα έχουν εξίσου ισχυρά αφηγήματα για το γιατί οι ψηφοφόροι πρέπει να προτιμήσουν αυτά και όχι το λαβωμένο κόμματης αξιωματικής αντιπολίτευσης».

(Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Πολιτική“, 3-6-2023)