Πρώτη φορά ήσυχες εκλογές στο β’ συμβαλλόμενο μέρος;

από Σαρηγιαννίδης Μίλτος
sms

Το οριακό αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών στο δεύτερο συμβαλλόμενο μέρος της Συμφωνίας των Πρεσπών θα μπορούσε να είχε δημιουργήσει συνθήκες πολιτικής πόλωσης ανάμεσα στα δύο κόμματα εξουσίας, παρά τη σημαντική αποχή, που όπως ήταν αναμενόμενο αποδόθηκε στη μετανάστευση στο εξωτερικό χιλιάδων εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους. Βέβαια, παρόμοια, το brain drain ήταν η δικαιολογία για την αναιμική συμμετοχή και στο δημοψήφισμα που διεξήχθη τον Σεπτέμβριο αναφορικά με την έγκριση της Συμφωνίας των Πρεσπών. Τότε, η συμμετοχή ανήλθε σε ποσοστό 37%, ενώ στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών της προπερασμένης Κυριακής δεν ξεπέρασε το 42% (ελάχιστα παραπάνω από το συνταγματικό όριο του 40%), που αποτελεί και το μικρότερο ποσοστό συμμετοχής σε προεδρικές εκλογές από την ίδρυση του γειτονικού μας κράτους. Ωστόσο, τόσο η κόπωση από τις συχνές εκλογικές αναμετρήσεις όσο και το γεγονός ότι ο Πρόεδρος δεν διαθέτει κρίσιμες εξουσίες, πέρα από το γεγονός ότι απαιτείται η συναίνεσή του για τη διαπίστευση των πρεσβευτών και είναι επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων, εξηγεί, ως έναν βαθμό, την αδιαφορία του εκλογικού σώματος και το ήρεμο πολιτικό κλίμα.

Σε αυτό το πλαίσιο χαλαρότητας λοιπόν, εξέλιπε παντελώς η ένταση και η σκληρή πολιτική αντιπαράθεση κατά την προεκλογική περίοδο και την ημέρα διεξαγωγής του πρώτου γύρου των εκλογών. Αν και η διαφορά των 4.500 σχεδόν ψήφων ανάμεσα στους δύο υποψήφιους και οι εκ διαμέτρου αντίθετες τοποθετήσεις για τη Συμφωνία των Πρεσπών θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν τα πολιτικά πάθη ενόψει της κυριακάτικης αναμέτρησης στον δεύτερο γύρο των εκλογών, σε μια χώρα με ταραχώδη πολιτικό βίο και εύθραυστες ισορροπίες, φαίνεται πως η διαδικασία εξελίσσεται ομαλά, αν όχι υποτονικά. Μάλιστα, αξίζει να σημειωθεί, ότι μέχρι τώρα οι προεδρικές εκλογές ήταν μια «ήρεμη, εύτακτη και διαφανής» διαδικασία, κατά τη διάρκεια της οποίας έγιναν σεβαστές η ελευθερία της έκφρασης και του συνέρχεσθαι, σύμφωνα με όσα κατέθεσαν οι επικεφαλής εκλογικοί παρατηρητές του Συμβουλίου της Ευρώπης και του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη.

Αν και η υποψήφια που στήριξε το VMRO αναδείχθηκε δεύτερη στις προτιμήσεις των εκλογέων, ο ηγέτης της μείζονος αντιπολίτευσης Χριστιάν Μίτσκοσκι θεωρεί το αποτέλεσμα νίκη για το VMRO, που απονομιμοποιεί πολιτικά την κυβέρνηση Ζάεφ. Σημειώνεται, ότι η Γκορντάνα Σιλιανόφσκα-Ντάνκοβα, υποψήφια του VMRO, έχει δηλώσει ότι θα σεβαστεί τη Συμφωνία των Πρεσπών, παρά το γεγονός ότι τη θεωρεί αντισυνταγματική. Από την πλευρά του, ο Ζόραν Ζάεφ προσπάθησε να κεφαλαιοποιήσει τα πρώτα κέρδη για τη χώρα του από τη Συμφωνία των Πρεσπών, ενώ ο δικός του υποψήφιος για την προεδρία, Στέβο Πεντάροφσκι, δίνει έμφαση στην καλλιέργεια ενός ενωτικού προφίλ και χρησιμοποιεί το σλόγκαν της δεύτερης προεκλογικής εκστρατείας του Μπαράκ Ομπάμα προσθέτοντας τη λέξη «μαζί». «Μαζί Μπροστά» είναι το σύνθημα, που σαφώς υπογραμμίζει τον δυτικοστρεφή χαρακτήρα του κυβερνητικού συνασπισμού, ωστόσο μάλλον άφησε αδιάφορους πολλούς ψηφοφόρους.

Ενδεχομένως, η απο-βαλκανοποίηση της εκλογικής διαδικασίας υπό την εποπτεία των διεθνών παρατηρητών και την επίνευση των κρατών που προωθούν τον εξευρωπαϊσμό της περιοχής, δεν συγκίνησε τους αναποφάσιστους ψηφοφόρους, ειδικά εκείνους που είναι εθισμένοι σε διαφορετική, περισσότερο «συγκρουσιακή» εκλογική κουλτούρα ή απλά είναι απογοητευμένοι από την πολιτική σκηνή και θα περίμεναν κάτι διαφορετικό, ακόμη και την εμφάνιση ενός καινούριου πολιτικού σχηματισμού. Φυσικά, πρέπει να θυμίσουμε ότι η εκλογική ομαλότητα αποτελεί ένα από τα κριτήρια για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση, οπότε εύλογα όλες οι πλευρές επιδίωξαν και πέτυχαν την αυτοσυγκράτηση και την ηρεμία. Επιπλέον, φαίνεται πως η αποδοκιμασία της Συμφωνίας των Πρεσπών αφορά μόνο στο εκλογικό σώμα του πρώτου συμβαλλόμενου μέρους της, καθώς στο δεύτερο, μάλλον επικρατεί ικανοποίηση, ώστε να διαψεύδονται όσοι προδίκαζαν μια πρώτη δοκιμασία για τον βαθμό αποδοχής της Συμφωνίας των Πρεσπών και προεξοφλούσαν έναν αρνητικό δείκτη για τη βιωσιμότητα της κυβέρνησης Ζάεφ.

Την Κυριακή λοιπόν, η κινητοποίηση των κομματικών μηχανισμών θα εξυπηρετήσει έναν διπλό σκοπό. Τη μάχη για την κατάληψη της προεδρίας, αλλά και την υπέρβαση του φράγματος του 40% στη συμμετοχή, προκειμένου να μην διολισθήσει η γειτονική χώρα σε παρατεταμένη πολιτική κρίση, που θα μπορούσε να εξανεμίσει τα κέρδη της από τη Συμφωνία των Πρεσπών, και να υπονομεύσει την ευρωπαϊκή της προοπτική. Σε κάθε περίπτωση, όταν τελειώσει και αυτό το βαλκανικό επεισόδιο, θα ήταν ωφέλιμο και οπωσδήποτε απαραίτητο να γίνει μια απογραφή του πληθυσμού στη χώρα. Να απογραφούν για να μετρηθούν μετά από δυο δεκαετίες σωστά, ώστε να ξεκαθαρίσουν τους εκλογικούς καταλόγους και να βγάλουμε όλοι τα συμπεράσματά μας για το ποιοι και πόσοι είναι, με την παρουσία διεθνών παρατηρητών και με βάση τα διεθνή πρότυπα.