Όταν πριν περίπου 20 χρόνια, το 2001 για την ακρίβεια, ο πολύ καλός συνάδελφος και φίλος, Καθηγητής Μιχάλης Τσινισιζέλης, τιτλοφορούσε το βιβλίο του «Quo Vadis Europa?», εστίαζε στις εξελίξεις της εποχής: μια δύσκολη Συνθήκη (αυτή της Νίκαιας) και οι προκλήσεις εφαρμογής της, η έναρξη λειτουργίας της ΟΝΕ, η ανάκτηση του κύρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μετά τη ντροπιαστική παραίτηση του 1999, η προοπτική της διεύρυνσης της ΕΕ προς ανατολάς… Ζητήματα δύσκολα, πολλά εκ των οποίων άφησαν βαθιά σημάδια στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Σήμερα νέα ζητήματα, εξίσου κρίσιμα, που μάλιστα έχουν αποκτήσει υπαρξιακή διάσταση για την Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουν τεθεί στο δημόσιο διάλογο. Η εμπειρία δυο μεγάλων κρίσεων, της οικονομικής κρίσης και της μεταναστευτικής κρίσης δοκίμασε τους αρμούς του ευρωπαϊκού οικοδομήματος ως τα όρια τους. Η ανταπόκριση της ΕΕ ως σύνολο, μέσω των θεσμικών οργάνων της αλλά και της στάσης των κρατών μελών της, σίγουρα δεν ήταν αυτό που περίμεναν πολλοί. Δημιουργήθηκαν νέοι οργανισμοί, διαμορφώθηκαν νέες διαδικασίες, σχεδιάστηκαν και υλοποιήθηκαν νέες δημόσιες πολιτικές ως απάντηση της ΕΕ στις προκλήσεις που έθεσαν οι κρίσεις αυτές. Το γεγονός ότι τόσο η οικονομική κρίση όσο και η μεταναστευτική κρίση έκλεισαν τον κύκλο των γεγονότων τους (χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι εξαλείφθηκαν οι συνέπειες τους ή ότι δεν υπάρχει κίνδυνος αναβίωσης τους) δημιούργησε μια προσμονή ανάκαμψης και για την πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ιδίως με την ευκαιρία της νέας σύνθεσης των θεσμικών οργάνων της ΕΕ (ιδίως Ευρωπαϊκή Επιτροπή και Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο) και της διαδικασίας διαμόρφωσης του νέου πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 2021-2027.
Και όμως η προσμονή αυτή γρήγορα διαψεύστηκε. Η αδυναμία των ηγετών των κρατών μελών της ΕΕ, επί περίπου δυο χρόνια, να συμφωνήσουν έστω στο πολιτικό περίγραμμα του νέου πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου (δηλαδή πόσα χρήματα θα έχει η ΕΕ στη διάθεση της και σε ποιους γενικούς τομείς δράσεις θα τα διαθέσει) προκάλεσε απογοήτευση και αρχίζει – καθώς ο χρόνος περνά – να δημιουργεί τον κίνδυνο αδυναμίας της ΕΕ να λειτουργήσει όπως πρέπει για το μέλλον (κρίσιμη ημερομηνία η 31.12.2020).
Και σε αυτή την ήδη αρνητικά διαμορφωμένη συγκυρία προέκυψε και η πανδημία του κορωνοϊού. Ένα πρόβλημα ύψιστης σημασίας καθώς απειλεί καίρια την ανθρώπινη ζωή, τη δυνατότητα των συστημάτων υγείας να ανταποκριθούν στην παροχή αποτελεσματικής υγειονομικής περίθαλψης, την οικονομία τόσο σε δημοσιονομικό επίπεδο όσο και σε πραγματικό επίπεδο (επιχειρηματικότητα), και εσχάτως, όπως φαίνεται, την ίδια τη δημοκρατία με την εμφάνιση απολυταρχικών επιλογών με επίκληση των ειδικών συνθηκών που η πανδημία έχει διαμορφώσει.
Σε όλα αυτά η ενωμένη Ευρώπη, ως θεσμικό μόρφωμα και πολιτικό σύνολο, επιδεικνύει μια αντίδραση περιορισμένης εμβέλειας που επισκιάζεται από την γενικότερη αμηχανία που τη συνοδεύει.
Ήδη ανακοινώθηκαν ορισμένα μέτρα από τα αρμόδια όργανα που αφορούν την αξιοποίηση πόρων από τον προϋπολογισμό της ΕΕ, από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ενώ παρέχεται δυνατότητα ευελιξίας κινητοποίησης εθνικών πόρων με διαμόρφωση ειδικών καθεστώτων κρατικών ενισχύσεων. Όμως αυτό που έχει εντυπωθεί στο μέσο ευρωπαίο πολίτη είναι η αδυναμία των ηγετών των κρατών της Ευρώπης να συμφωνήσουν σε μια κοινή βασική επιλογή υποστήριξης των χωρών που πλήττονται περισσότερο από την πανδημία, μια διαφωνία που ξαναφέρνει στην επιφάνεια την πάντα υποβόσκουσα διάσταση βορρά-νότου στην Ευρώπη. Η επίσημη πρόταση 9 κρατών μελών για έκδοση ομολόγου προς χρηματοδότηση της υποστήριξης των πληττομένων κρατών αντικρούσθηκε με την πρόταση εκ μέρους άλλων 4 κρατών για χρήση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας προς τον ίδιο σκοπό. Το Eurogroup επιφορτίστηκε να εξετάσει διάφορες εκδοχές δανεισμού προς τα πληττόμενα κράτη από π.χ. τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSM), ή ακόμη και την αντασφάλιση της ανεργίας (δηλ. επιδότηση μισθών εργαζομένων από το κράτος με μειωμένο ωράριο εργασίας).
Και ενώ όλες αυτές οι εξελίξεις δυναμιτίζουν το ευρωπαϊκό πολιτικό πεδίο, στην Ουγγαρία αναστέλλεται η λειτουργία του Κοινοβουλίου και παραχωρείται στην κυβέρνηση η δυνατότητα άσκησης εξουσίας μέσω κανονιστικών πράξεων (διαταγμάτων) για όσο διάστημα εκείνη το κρίνει απαραίτητο… Όπως προσφυώς ειπώθηκε, εκεί μπήκε σε …καραντίνα λόγω κορωνοϊού η ίδια η δημοκρατία!!! Από την ΕΕ δεν υπήρξε κάποια αντίδραση σε αυτή την εξέλιξη, για την οποία υπάρχει φόβος ότι θα εξαπλωθεί, ως άλλος ιος, και σε άλλες χώρες…
Εν όψει όλων αυτών, τίθεται λοιπόν εκ νέου το αμείλικτο ερώτημα: Quo Vadis Europa? Θα αποτελέσουν οι αρχές που περιγράφονται στο προοίμιο και τα τρία πρώτα άρθρα της Συνθήκης της ΕΕ τη βάση για τη δράση της Ένωσης; Θα υπάρξουν οι επιλογές εκείνες που θα δικαιώσουν τις προσδοκίες όλων; Θα αποδείξει η ΕΕ ότι έμαθε τελικά να συνθέτει αντί να διαιρεί; Θα θελήσουν τα κράτη μέλη να καταστήσουν την Ένωση μια οντότητα αποτελεσματική ή θα την αφήσουν να αιωρείται μεταξύ υπερεθνικής φιλοδοξίας και διακυβερνητικής (αυτό)συγκράτησης;
Πριν είκοσι χρόνια, η Ένωση μπόρεσε να βρει λύση… Η λύση αυτή αποδείχθηκε ατελής. Σήμερα όμως δεν υπάρχει περιθώριο σφάλματος. Δεν διακυβεύεται μόνο το θεσμικό υπόβαθρο της Ένωσης (δημοκρατία, θεσμικά όργανα, κλπ) που διασφαλίζει τη συνέχεια της. Διακυβεύεται η ανθρώπινη φύση της που διασφαλίζει την ύπαρξη της (όπως τουλάχιστον την είχε οραματιστεί ο Jean Monnet)…