Ψυχαναλύοντας τον Γιάννη Μπουτάρη

από Οικονόμου Νίκος
sms

Του Νίκου Οικονόμου, Δημοσιογράφου

«Σήμερα ήταν σαν να μην είχαμε συνεδρίαση, Νίκο. Ούτε κόντρες ούτε διαμάχες ούτε τίποτα για να ανέβουν λίγο τα αίματα». Ήταν κάποια Δευτέρα του 2011 και στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής  ακουγόταν ο Γιάννης Μπουτάρης. Τον είχα καλέσει για ρεπορτάζ και ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης με αυτά τα λόγια συνόψισε τη συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου Θεσσαλονίκης, που μόλις είχε τελειώσει.

Θυμήθηκα το περιστατικό στον απόηχο των άκαιρων και εκτός τόπου και χρόνου δηλώσεων που έκανε αυτές τις ημέρες, όπου εξέφρασε φωναχτά πράγματα που δεν έχουν λόγο να ακούγονται δημόσια σε μια τέτοια φάση της δύσκολης διαπραγμάτευσης με τα Σκόπια. Και σίγουρα βλάπτουν.

Το παραπάνω περιστατικό εξηγεί σε μεγάλο βαθμό τον Γιάννη Μπουτάρη. Είναι ένα άνθρωπος που ζει από τις κόντρες, ένας πολιτικός που δε θέλει να περνά απαρατήρητος, ένας δήμαρχος που ψάχνει να δημιουργεί θέματα και συζητήσεις με αυτά που δηλώνει. Και κατά τη γνώμη μου αυτός είναι ο βασικός λόγος  που εξηγεί το «γιατί» των πρόσφατων δηλώσεων του: Ο Μπουτάρης θέλει να προκαλεί και ζει από αυτό. Αυτό είναι ένα το κρατούμενο στη σημερινή ψυχανάλυση που θα του κάνουμε.

Δεύτερο σημείο της ψυχανάλυσης Μπουτάρη: τον διαβάζουν λάθος όλοι αυτοί που με έναν παραδοσιακό κεντροδεξιό τρόπο σκέψης έχουν μια άλλη λογική για τα εθνικά θέματα. Ο Μπουτάρης δεν έχει ευαισθησίες για τα εθνικά θέματα, γιατί είναι κεντροαριστερός. Και ως κεντροαριστερός ούτε τον συναρπάζουν ούτε τον έλκουν τα εθνικά θέματα. Δεν είναι όμως αυτοκτονικός: όπως σκέφτεται ο ίδιος σκέφτεται και ένα μεγάλο κομμάτι των ψηφοφόρων του. Και αυτοί τον ενδιαφέρουν και αυτούς θέλει να μπετονάρει με τις υπερβολές του. Είναι οι ίδιοι ψηφοφόροι που όταν το 2010 στην τελική ευθεία των δημοτικών εκλογών ο Μπουταρης όξυνε την κόντρα του με τον Ανθιμο πήγαν μαζί του και του έδωσαν τη νίκη.  Όχι οι παραδοσιακοί συντηρητικοί ψηφοφόροι που θεωρούν τα εθνικά θέματα σημαντικά.

Δεν τον ενδιαφέρουν οι κεντροδεξιοί; Φυσικά, γιατί και το 2010 και το 2014 σε μια πόλη με υψηλά ποσοστά της κεντροδεξιάς πήρε ένα κομμάτι τους και κέρδισε τις εκλογές. Θα τους χρειαστεί όμως ως ακροατήριο μόνο στην τελική ευθεία των επόμενων δημοτικών εκλογών. Και μπορεί να τους κερδίσει ανάλογα με τον αντίπαλο που θα έχει απέναντί του.  Όμως οι κεντροαριστεροί τον καίνε…

Η λογική του Μπουτάρη είναι σχετικά απλή: «με τους γείτονες (με τους κάθε γείτονες) θέλω να έχω καλές σχέσεις για να κάνουμε μπίζνες και δουλειές». Και όσο πιο ήρεμα είναι τα πράγματα μεταξύ γειτόνων τόσο πιο καλές δουλειές θα κάνουμε. Και οι επιχειρηματίες που τον ενδιαφέρουν, αλλά και η Θεσσαλονίκη ως πόλη. Σωστά όλα αυτά, αλλά προς τι η γενική απαξίωση των Θεσσαλονικέων σχεδόν σε κάθε ευκαιρία;

Δύο είναι οι αδυναμίες του Μπουτάρη ακόμη και για το ακροατήριό του. Πρώτον και βασικότερο: Τα ήξεις αφίξεις του. Γιατί όταν καλλιεργείς το προφίλ του σοβαρού δημόσιου προσώπου δεν μπορείς να ανακατεύεις συνεχώς την κατάσταση. Και αυτό ενοχλεί τους πάντες. Δε γίνεται να κάνεις δηλώσεις στο δημοτικό συμβούλιο το απόγευμα, την επομένη το πρωί να  τις επαναλαμβάνεις στα κανάλια και το μεσημέρι να λες ‘’συγγνώμη ήμουν αγουροξυπνημένος το πρωί που τα είπα’’. Δεν επιτρέπεται να καλείς τον πρωθυπουργό της ΠΓΔΜ στη Θεσσαλονίκη για ρεβεγιόν δηλώνοντας ότι δεν κάνεις εξωτερική πολιτική και στη συνέχεια να κινείσαι λες και είσαι ο υπέρ-υπουργός εξωτερικών. Εκφράζοντας δημόσια προβληματισμούς που μόνο στο καφενείο λέγονται λίγο πριν ρίξεις τα ζάρια στο τάβλι. Όχι όταν είσαι δήμαρχος και η υπόθεση της διαπραγμάτευσης έχει μπει στο πιο κρίσιμο σημείο της.

Δεύτερο αδυναμία; Το έργο του, που έχει γίνει πια θολό. Γιατί αν η πρώτη τετραετία Μπουτάρη είχε δώσει θετικά μηνύματα, αυτό που επακολούθησε ήταν κάτω του μετρίου. Εκεί πρέπει να επικεντρωθεί η σωστή αντιπολίτευση στη σημερινή διοίκηση. Γιατί όσο δεν γίνεται επ’ αυτού μια μεγάλη δημόσια συζήτηση (και εδώ δεν αρκεί η κριτική στα έδρανα του δημοτικού συμβουλίου αλλά πρέπει να επεκταθεί και στην κοινωνία) ο Μπουτάρης θα έχει τους τρόπους να αλλάζει την ατζέντα και πετώντας μια ρουκέτα για τη μετονομασία του αεροδρομίου ή κάνοντας μια επίσκεψη σε μπουρδέλο να στρέφει τη συζήτηση αλλού. Ετσι μπορεί να φθείρεται, αλλά δεν αποδομείται.