«Πρόθεση της Κυβέρνησης, όπως και όλων των Ελλήνων πολιτών, είναι να διερευνηθεί και να φωτιστεί πλήρως κάθε πτυχή της υπόθεσης με το δυστύχημα των Τεμπών. Μέλημά μας είναι οι ένοχοι να τιμωρηθούν κι αυτό θα γίνει με τη λειτουργία των θεσμών, που εγγυάται η Πολιτεία», ήταν το πρώτο σχόλιο του Υφυπουργού Δικαιοσύνης, Ιωάννης Μπούγας.
Την πρόθεση της Κυβέρνησης, όπως και όλων των Ελλήνων πολιτών, να διερευνηθεί και να φωτιστεί πλήρως κάθε πτυχή του τραγικού δυστυχήματος των Τεμπών υπογράμμισε σε όλους τους τόνους ο Υφυπουργός Δικαιοσύνης κ. Ιωάννης Μπούγας απαντώντας στην Επίκαιρη Ερώτηση του προέδρου του κόμματος «Νίκη», Δημήτρη Νατσιού με θέμα: «Καταγγελίες για παραλείψεις του Εφέτη Ανακριτή Λάρισας σχετικά με το δυστύχημα στα Τέμπη».
«Το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών με τους 57 νεκρούς βύθισε στο πένθος της οικογένειες των θυμάτων και ολόκληρη την Πατρίδα μας. Η σκέψη μας είναι στους οικείους των θυμάτων, που όπως δήλωσε ο Πρωθυπουργός «έχουν κάθε δικαίωμα να κάνουν τον πόνο τους διαμαρτυρία» . Μέλημα μας είναι οι ένοχοι να τιμωρηθούν κι αυτό θα γίνει με τη λειτουργία των θεσμών, που εγγυάται η Πολιτεία».
Ο κ. Μπούγας διευκρίνισε πως: «Η κύρια ανάκριση είναι ακόμη σε εξέλιξη και το κυριότερο, είναι μυστική. Οι Δικαστικές και Εισαγγελικές Αρχές, ασκούν το έργο τους με απόλυτη ανεξαρτησία και διερευνούν τι μπορεί να συνδέεται αιτιωδώς με το τραγικό δυστύχημα που οδήγησε στον θάνατο 57 συνανθρώπων μας. Η ανάκριση βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη, προκειμένου να διερευνηθούν όλες οι πτυχές αυτής της τόσο ευαίσθητης και σημαντικής για όλη τη Χώρα – όπως αναφέρετε- της υπόθεσης».
Υπενθύμισε μάλιστα πως η Ολομέλεια των Προέδρων Εφετών και Εφετών Λάρισας, λίγες ημέρες μετά το τραγικό συμβάν των Τεμπών, αποφάσισε ομόφωνα, σύμφωνα με το άρθρο 28 του ΚΠΔ την ανάθεση της κύριας ανάκρισης από τακτικό εφέτη ανακριτή με την αναπληρωτή του. «O ορισμός δύο έμπειρων εφετών ανακριτών κρίθηκε αναγκαίος λόγω της πολυπλοκότητας της έρευνας, αλλά και επειδή η υπόθεση έχει πολλές παραμέτρους. Μάλιστα την ανώτατη εποπτεία στην ανάκριση της υπόθεσης έχει ο Εισαγγελέας Εφετών Λάρισας. Μέχρι σήμερα η Δικαιοσύνη ερευνά κάθε πτυχή της υπόθεσης και εξετάζει κάθε αίτημα που υποβάλουν οι συνήγοροι των θυμάτων και των οικογενειών τους», τόνισε ο Υφυπουργός Δικαιοσύνης.
Ο κ. Μπούγας αναφερόμενος στο έγγραφο της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου επισήμανε πως και αυτό κινείται προς αυτή τη κατεύθυνση σημειώνοντας ότι: «με βάση τη διάταξη του άρθρου 23 του Οργανισμού Δικαστηρίων, που αναφέρετε στην ερώτησή σας, ο Υπουργός Δικαιοσύνης ασκεί εποπτεία μόνο στη Διοίκηση της Δικαιοσύνης, ενώ κατά την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου ”Οποιαδήποτε οδηγία, σύσταση ή υπόδειξη σε δικαστικό λειτουργό για ουσιαστικό ή δικονομικό θέμα σε συγκεκριμένη υπόθεση ή κατηγορία υποθέσεων είναι ανεπίτρεπτη και συνιστά πειθαρχικό αδίκημα”».
Αναφορικά δε με τις αιτιάσεις του κ. Νατσιού περί καταγγελιών για παραλείψεις του Δικαστικού Λειτουργού, ο κ. Μπούγας επισήμανε ότι στο κείμενο της ερώτησης δεν περιλαμβάνετε κανένα συγκεκριμένο στοιχείο πλημμελούς άσκησης των καθηκόντων του Εφέτη Ανακριτή και όπως είπε χαρακτηριστικά: «Αυτό άλλωστε θα προϋπέθετε γνώση της δικογραφίας, που δεν μπορείτε να έχετε» και πρόσθεσε πως: «Με την ερώτησή σας έτσι όπως διατυπώνεται ζητάτε στοιχεία, που ανάγονται σε ουσιαστικά και ερευνώμενα εισέτι ζητήματα εκκρεμούς στην κύρια ανάκριση υποθέσεως, που συνεπάγεται την εκφορά κρίσεων, εικασιών και προτροπών για την έκβαση της ανακρίσεως και τη δημιουργία κλίματος αντιδικίας χάριν πρόσκαιρων εντυπώσεων μεταξύ του κόμματός σας, της Κυβέρνησης, αλλά και των εισαγγελικών και δικαστικών λειτουργών, που ασκούν δικαιοδοτικό έργο».
Ως προς το ζήτημα της ενίσχυσης του Εφέτη Ανακριτή, ο κ. Μπούγας επικαλέστηκε το άρθρο 30 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών επισημαίνοντας ότι: «αρμόδιο για να κρίνει τον ορισμό επίκουρου ανακριτή, αποκλειστικώς και μόνο αρμόδιο είναι το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης ή ο Δικαστής που διευθύνει το δικαστήριο» και καταλήγοντας διαβεβαίωσε ότι «πρόθεση της Κυβέρνησης, όπως και όλων των Ελλήνων πολιτών, είναι να διερευνηθεί και να φωτιστεί πλήρως κάθε πτυχή της υπόθεσης».