Του Βαγγέλη Πλάκα
Ας σκεφτούμε σε πόσες εξεταστικές και προανακριτικές επιτροπές που έχει συστήσει η Βουλή έχει εκδοθεί κοινό πόρισμα. Η πολιτική έρευνα στην πρώτη περίπτωση και η ποινική προανάκριση στην δεύτερη διεξάγεται πάντα με τα πολιτικά/κομματικά κριτήρια να κυριαρχούν. Δίνεται μια πολιτική μάχη για πολιτικά κέρδη και επικοινωνιακές εντυπώσεις επί αποφάσεων που ήδη τα κόμματα που συμμετέχουν έχουν προεκδώσει. Τα κόμματα βγάζουν τα δικά τους πορίσματα, οι πλειοψηφίες μιλούν για «αθώωση», οι μειοψηφίες για «κουκούλωμα» και ούτε καθεξής. Τι μένει τελικά; Μια αχλή που ενισχύει την εμπεδωμένη άποψη στην κοινωνία ότι οι πολιτικοί δεν θέλουν την δικαστική διερεύνηση του σιναφιού τους.
Έρχεται μια απόφαση που λέει: απευθείας ο ύποπτος που ερευνάται στο Δικαστικό Συμβούλιο. Τι είναι το Δικαστικό Συμβούλιο; Η διαδικασία της κύριας ανάκρισης που γίνεται από αυτό στο οποίο όλες οι πολιτικές δυνάμεις ομονοούν: από το λεγόμενο «φυσικό δικαστή». Από ανώτατο δηλαδή δικαστικό λειτουργό. Έτσι και αλλιώς και ανεξαρτήτως του σταδίου που έχει φθάσει ήδη η προανάκριση, μπορεί η ανακριτική διαδικασία να γίνει από την αρχή, να ζητήσει ο δικαστής όποια στοιχεία θέλει, να καλέσει όποιον μάρτυρα κρίνει κ.ο.κ. Εν συνεχεία να εισηγηθεί στον εισαγγελέα ο οποίος και εκδίδει την τελική απόφαση είτε για απαλλακτικό βούλευμα είτε την κατηγορία για την οποία το πολιτικό πρόσωπο θα πρέπει να οδηγηθεί στο Ειδικό Δικαστήριο.
Αυτό δεν ήταν το αιτούμενο από πολλά κόμματα και την κοινωνία; Να μην τυγχάνουν οι πολιτικοί διακριτής ποινικής μεταχείρισης; Και αυτά θα καταργηθούν με την αναθεώρηση του άρθρου 86 του Συντάγματος που μπήκε στην ατζέντα της πολιτικής συζήτησης ενόψει της έναρξης της νέας διαδικασίας Συνταγματικής Αναθεώρησης.
Εκτός αν κάποιοι προτιμούν τους πολιτικούς να είναι δικαστές για να παραμένει η –ίσως βολική;- αχλή. Διότι έτσι θα υπάρχουν πάντα οι πολιτικές εντυπώσεις ενώ στην άλλη περίπτωση μένει μόνο η αλήθεια βάσει του νόμου. Προσωπικά προτιμώ το δεύτερο.