ΟΠρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προήδρευσε σε σύσκεψη για την επισκόπηση των μέτρων αντιπλημμυρικής προστασίας της Αττικής, με βάση τον σχεδιασμό και τις κρίσεις επικινδυνότητας που εκπόνησε η Περιφέρεια τους προηγούμενους μήνες.
Εξετάστηκαν έργα που αποτελούν απόλυτη προτεραιότητα, πρωτίστως οι εν εξελίξει καθαρισμοί ρεμάτων καθώς και η ολοκλήρωση κατασκευής υποδομών, ενώ συζητήθηκαν δυνατότητες επίσπευσης των χρονοδιαγραμμάτων και πρόσθετα χρηματοδοτικά εργαλεία τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν.
Στη σύσκεψη έλαβαν μέρος ο Περιφερειάρχης Αττικής Νίκος Χαρδαλιάς, ο Υπουργός Εσωτερικών Θοδωρής Λιβάνιος, ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Χρήστος Σταϊκούρας, ο Υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος, ο Αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Νίκος Παπαθανάσης, ο Υφυπουργός Θάνος Πετραλιάς, ο Υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ Γιώργος Μυλωνάκης και ο Γενικός Γραμματέας του Πρωθυπουργού, Στέλιος Κουτνατζής.
Νωρίτερα, ο πρωθυπουργός σε συνέντευξη που παραχώρησε στην τηλεόραση του ΣΚΑΙ προανήγγειλε τη διενέργεια της σύσκεψης λέγοντας ότι «σήμερα το μεσημέρι έχω μία ακόμα σύσκεψη με τον Περιφερειάρχη Αττικής για να δούμε την εξέλιξη των παρεμβάσεων που γίνονται ως προς την αντιπλημμυρική θωράκιση της πρωτεύουσας» κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στον καθαρισμό του Κηφισού.
Αν και σημείωσε ότι τα έργα του καθαρισμού του Κηφισού προχωρούν με μεγάλη ταχύτητα, τόνισε πως από την άλλη «όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι δεν μπορεί να αλλάξει η διατομή του Κηφισού από τη μια στιγμή στην άλλη».
«Αυτό το οποίο μπορούμε να κάνουμε, όμως, είναι να εξασφαλίσουμε ότι ο Κηφισός τουλάχιστον θα είναι καθαρός, ώστε σε μία μεγάλη νεροποντή να έχουμε αυξημένες πιθανότητες ότι τα νερά θα παροχετευθούν προς τη θάλασσα. Το ίδιο θα ισχύει και για τα υπόλοιπα ρέματα, σε συνδυασμό με μια σειρά από αντιπλημμυρικές παρεμβάσεις που γίνονται σε όλο το λεκανοπέδιο», πρόσθεσε.
Όπως τόνισε, «υπάρχει σχεδιασμός, αυτός υλοποιείται. Προφανώς χρειάζεται να δαπανήσουμε περισσότερους πόρους στην αντιπλημμυρική θωράκιση συνολικά, όχι μόνο του λεκανοπεδίου, αλλά ολόκληρης της χώρας. Αυτό μας φέρνει και στη συνολική συζήτηση του πόσο έτοιμοι είμαστε για να μπορούμε να προσαρμοστούμε στις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης».
Γι’ αυτό, συνέχισε «και δαπανούμε παραπάνω από 2 δισεκατομμύρια ευρώ στην πολιτική προστασία και γι’ αυτό εγώ έχω αναδείξει σε ευρωπαϊκό επίπεδο την ανάγκη να έχουμε περισσότερους ευρωπαϊκούς πόρους, όχι μόνο για τη μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου το 2050, αλλά για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής κρίσης σήμερα».
Δεν παρέλειψε να αναφερθεί εκτενέστερα στην κλιματική αλλαγή σημειώνοντας ότι «φωτιές, πλημμύρες, ξηρασίες, ακραία φαινόμενα σαν και αυτά τα οποία βλέπουμε, θα τα αντιμετωπίζουμε πια με ολοένα και μεγαλύτερη συχνότητα. Αυτό απαιτεί περισσότερους πόρους, απαιτεί, όμως, και μια διαφορετική κουλτούρα, όχι μόνο από το κράτος, σε επίπεδο συντονισμού, αλλά και από την ίδια την κοινωνία».
«Νομίζω ότι η κοινωνία πια αντιλαμβάνεται ότι σε αυτή την προσπάθεια είμαστε όλοι συμμέτοχοι», επισήμανε, μεταξύ άλλων.