Σύντομη συνάντηση είχε ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, με τον Τούρκο ομόλογό του Χακάν Φιντάν, στο περιθώριο της Συνόδου των Υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες.
Σύμφωνα με πληροφορίες, που μετέδωσε ο ΣΚΑΙ, οι δύο άνδρες συναντήθηκαν, για να συζητήσουν κυρίως την προετοιμασία του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας, το οποίο αναμένεται να πραγματοποιηθεί στην Άγκυρα περί τα τέλη Ιανουαρίου με αρχές Φεβρουαρίου, ανάλογα με το πρόγραμμα των δύο ηγετών της Τουρκίας και της Ελλάδας.
Νωρίτερα, σήμερα το πρωί, ο κ. Γεραπετρίτης συναντήθηκε με τον Ουκρανό ομόλογό του, Αντρίι Σιμπίχα. Όπως δήλωσε χθες ο κ. Γεραπετρίτης, προσερχόμενος στο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ, «η Ελλάδα στηρίζει την εδαφική ακεραιότητα και την κυριαρχία της Ουκρανίας». Ο Έλληνας υπουργός είχε τονίσει, επίσης, «ότι το ΝΑΤΟ θα πρέπει να σταθεί απέναντι σε κάθε μορφής αναθεωρητισμό, όπως τώρα συμβαίνει με τη ρωσική επίθεση στην Ουκρανία».
Γεραπετρίτης για Τουρκία: Μπορούμε να συζητούμε, ακόμη και διαφωνώντας
«Είναι εξαιρετικά σημαντικό να διατηρείται μία κίνηση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, να υπάρχουν οι επαφές αυτές, οι οποίες ορίζουν και ένα πλαίσιο ορθών διμερών σχέσεων», σημείωσε ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, την Τρίτη σε συνέντευξή του στο πλαίσιο του «OT Forum 2024».
Όπως ανέφερε, τόσο στις Βρυξέλλες, στο πλαίσιο της Διάσκεψης των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ, όσο και στη Μάλτα στη Διάσκεψη των υπουργών Εξωτερικών του ΟΑΣΕ, θα συμπέσει με τον Τούρκο ομόλογό του, Χακάν Φιντάν.
«Θα έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε περαιτέρω. Είναι ζητήματα, τα οποία βρίσκονται αυτή τη στιγμή στην αιχμή, στα ελληνοτουρκικά, ιδίως η οργάνωση του επικείμενου Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας στην Άγκυρα. Και γι’ αυτό το λόγο θα οργανώσουμε τα περαιτέρω βήματά μας», πρόσθεσε.
Επεσήμανε δε, πως στις συζητήσεις δεν έχει μέχρι στιγμής βρεθεί κοινός τόπος για τη συζήτηση για το «μόνο θέμα, το οποίο θα μπορούσε να αχθεί ενώπιον διεθνούς δικαιοδοσίας, το οποίο είναι η οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και υφαλοκρηπίδας».
«Παρά ταύτα, έχουμε κατακτήσει το να μπορούμε να συζητούμε, ακόμη και διαφωνώντας», τόνισε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε:
«Η Ελλάδα αυτήν τη στιγμή, έχει ένα πολύ ισχυρό κεφάλαιο. Έχει μια οικονομία η οποία αναπτύσσεται σημαντικά, έχει ισχυρές ένοπλες δυνάμεις και έχει ένα πολύ ισχυρό διπλωματικό διεθνές αποτύπωμα. Είναι η στιγμή στην οποία δεν ετεροκαθορίζεται. Δεν έχει φοβικά σύνδρομα. Προχωράει μπροστά και μπορεί να συζητεί ακόμη και από όρους ισχύος με όλους τους γείτονές της».
«Χωρίς να εθελοτυφλούμε, καλλιεργούμε σχέσεις ειρήνης»
Όπως τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών: «Είναι αυτονόητο ότι δεν θα περιμέναμε μέσα σε ένα διάστημα μόλις 16 μηνών να επιλυθούν θέματα, τα οποία ανατρέχουν δεκαετίες και τα οποία έχουν βασανίσει τις σχέσεις των δύο χωρών».
«Εμείς, χωρίς να εθελοτυφλούμε, και πάντοτε με φρόνηση, προσπαθούμε να καλλιεργήσουμε αυτές τις σχέσεις ειρήνης και να προχωρούμε μπροστά», ανέφερε.
«Ακόμη και αν δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε όλα, είναι σημαντικό να μπορούμε να συζητούμε, έτσι ώστε να προλαμβάνονται εντάσεις, να προλαμβάνονται κρίσεις».
Επεσήμανε δε, πως έχουν γίνει σημαντικά βήματα τους τελευταίους 16 μήνες, αλλά και ότι βρισκόμαστε σε μία περίοδο σημαντικής κινητικότητας για το Κυπριακό και ότι η βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων έχει λειτουργήσει καθοριστικά στο να μπορέσει να υπάρξει επανεκκίνηση των συζητήσεων για το Κυπριακό, υπό τη σκέπη του ΟΗΕ.
«Είναι απολύτως κρίσιμο να πέσουν τα τείχη στην Κύπρο, να δοθεί η δυνατότητα, έτσι ώστε, στο πλαίσιο των Ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, να προχωρήσουμε σε μία νέα ενωμένη ευρωπαϊκή Κύπρο, η οποία θα μεριμνά, όχι μόνο για το σήμερα, αλλά και για το αύριο. Η μεγάλη στιγμή της ένταξης της Κύπρου στην ευρωπαϊκή οικογένεια θα πρέπει να συνεχιστεί».
«Η άποψη την οποία υιοθετεί η κυβέρνηση και τα συλλογικά της όργανα, το ΚΥΣΕΑ και το Υπουργικό Συμβούλιο, είναι ότι η εποχή της ακινησίας και της αδράνειας δεν ωφέλησε», τόνισε.
«Θα πρέπει να έχουμε μια ενεργό και πολυμερή εξωτερική πολιτική. Είναι η στιγμή να έχουμε ως Ελλάδα μία πραγματικά ενεργή εξωτερική πολιτική. Αυτό επιβάλλει και η ισχυρή μας θέση», ανέφερε
«Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα σε ένα εξαιρετικά ισχυρό πεδίο, με ισχυρούς συμμάχους, με έντονο διεθνές αποτύπωμα και νομίζω με μία κινητικότητα, η οποία θα δημιουργήσει συνθήκες ανάπτυξης και ευημερίας όχι μόνο για το σήμερα, αλλά και για το αύριο».