Σπύρος Βούγιας στο ΜyPortal.gr: «Θα κάνω αυτό που θα μου πει η πόλη»

από Team MyPortal.gr
sms

Για την τρίτη του προσπάθεια να διεκδικήσει το δήμο Θεσσαλονίκης ετοιμάζεται ο Σπύρος Βούγιας. Το 1998, με έδρα το ιστορικό «Σαντέ», στηρίχτηκε από τον ΣΥΝ, πήρε 15,1% σε μια «αυτοσχέδια, ξαφνική, ανεπανάληπτη γιορτή της πόλης» και για μια επιτυχία που δεν ήταν έτοιμος να αντιμετωπίσει. Αντίθετα το 2002 έχοντας τη στήριξη ενός μεγαλύτερου κόμματος, δηλαδή του ΠΑΣΟΚ, έλαβε 27,9% και έχασε από τον πρώτο γύρο τη μάχη. Τότε -όπως λέει- σήμερα είχε «λιγότερη ψυχή, ανεξαρτησία, ενθουσιασμό και φαντασία». «Σήμερα ύστερα από 16 χρόνια προσφέρω για τρίτη φορά τον εαυτό μου στη διάθεση της πόλης, εάν αυτή κρίνει ότι με χρειάζεται. Με λιγότερη νεανική λάμψη και ενθουσιασμό, αλλά με περισσότερη πείρα, ωριμότητα κα πιο πολλή αυτογνωσία». Γιατί μπορεί να γίνει ο «πιο “κατάλληλος” για τη θέση του δημάρχου μεταξύ των διαφόρων υποψηφίων», όπως τονίζει στη συνέντευξή του στο myPortal. Γιατί η δεύτερη θητεία του Γιάννη Μπουτάρη ήταν μια μεγάλη απογοήτευση, γεμάτη από «φαινόμενα πολιτικής και προσωπικής αλαζονείας και αποξένωση από τα προβλήματα της πόλης και τη δυσβάστακτη καθημερινότητά της».

Συνέντευξη στον Νίκο Οικονόμου

Να ξεκινήσουμε από το ThessalonikiProjekt. Μέχρι που μπορεί να φτάσει το εγχείρημα; Μέχρι τις εκλογές;

Το Thessaloniki Project, μια ομάδα πολιτών που δημιούργησε ένα “εργοτάξιο” ιδεών και δράσεων για την πόλη, θα συνεχίσει να λειτουργεί όπως  ξεκίνησε, προσπαθώντας να διατυπώσει μια νέα αφήγηση για το παρόν και το μέλλον της. Οι δημοτικές εκλογές του 2019, όμως, είναι κάτι πολύ διαφορετικό και θα απαιτήσουν ένα πιο ισχυρό και μάχιμο αυτοδιοικητικό σχήμα. Ενα υπερκομματικό ψηφοδέλτιο για τη δημαρχία, το οποίο θα περιλαμβάνει τους πιο ικανούς και άξιους συμπολίτες μας, άλλους με μεγαλύτερη εμπειρία και άλλους νεότερους με ενθουσιασμό και ενέργεια, που θα το χαρακτήριζα ως μια «Μικτή Θεσσαλονίκης».

Αρα μέχρι τότε θα είναι ένα κάτι σαν think tank που μπορεί να μετατραπεί.

Η ομάδα αυτή θα συνεχίσει τη δουλειά της, συμβουλευτικά και υποστηρικτικά, ώστε να μπορέσουμε να καταλάβουμε καλύτερα την πόλη,  να κατανοήσουμε τις σημερινές της ανάγκες, να προσδιορίσουμε με ακρίβεια τη νέα της φυσιογνωμία.  Η Θεσσαλονίκη, ξέρετε, είναι μια πόλη σύνθετη, είναι περισσότερο μια σειρά από έννοιες, μύθους, τραύματα και συμβολισμούς, παρά μια κοινή πόλη. Θα την χαρακτήριζα “υδραργυρική”, αφού μετασχηματίζεται διαρκώς και γι αυτό λέμε συχνά ότι βρίσκεται σε συνεχή μετάβαση. Αν καταφέρουμε να αποτυπώσουμε τη σύγχρονη ταυτότητά της, θα ενισχύσουμε την αυτογνωσία και την αυτοπεποίθηση που τόσο χρειάζεται και τότε θα είναι έτοιμη να αποφασίσει η ίδια για τον εαυτό της, να επινοήσει ξανά με αισιοδοξία το μέλλον της.

Σε αυτήν την προσπάθεια τα κόμματα τι ρόλο θα παίξουν;  Εχεις πει ότι θα κάνεις κάποιες επαφές και συναντήσεις.

Δεν υποτιμώ το ρόλο των πολιτικών κομμάτων. Είναι βασικοί πυλώνες συμμετοχής στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία και έχουν δικαίωμα να υποστηρίξουν και στις δημοτικές εκλογές τον υποψήφιο που προτιμούν. Ομως δεν είναι δόκιμο και, κυρίως, χρήσιμο για τις πόλεις, να ορίζουν τους υποψήφιους, δίνοντάς τους την κομματική ευλογία. Προσωπικά  δεν έκρυψα ποτέ την πολιτική ταυτότητά μου του που είναι ο χώρος της λεγόμενης κεντροαριστεράς,  της σοσιαλδημοκρατίας. Ομως αυτό δεν έχει καμιά σχέση με την επιλογή των προσώπων που θα συγκροτήσουν, την κατάλληλη στιγμή, ένα “ψηφοδέλτιο πόλης”, που θα συγκροτηθεί ανεξαρτήτως κομματικών προτιμήσεων και με αποκλειστικό κριτήριο, το βιογραφικό, το όραμα για την πόλη και το ήθος των προσώπων. Οταν θα πλησιάσουμε περισσότερο στο χρόνο των εκλογών και έχοντας δώσει δείγματα γραφής για τις θέσεις και τη φυσιογνωμία του νέου εγχειρήματος, θα επιδιώξω μια συνάντηση με τους αρχηγούς των βασικών κομμάτων, για να τους ενημερώσω  για την προσπάθειά  μας και να ζητήσω την υποστήριξη ή, έστω τη συνεργασία μαζί τους την επόμενη μέρα.

Επειδή ξέρεις ότι τα κόμματα δεν αποφασίζουν γρήγορα θα μπορούσε αυτή η προσπάθεια να συνεχιστεί και να φτάσει ως την κάλπη χωρίς τη στήριξη κάποιου κόμματος;

Αλίμονο αν θα έπρεπε να περιμένουμε πότε και ποιους θα υποδείξουν ή θα υποστηρίξουν τα κόμματα. Δεν πρόκειται, λογικά, να ασχοληθούν σοβαρά με το θέμα των δημοτικών εκλογών πριν την άνοιξη του 2019. Σκεφθείτε πως θα προηγηθεί η ψήφιση ενός νέου νόμου για την τοπική αυτοδιοίκηση (που περιλαμβάνει, κατά τη γνώμη μου, πολλά θετικά νέα στοιχεία) και, κυρίως, ότι θα μεσολαβήσουν οι κρίσιμες εθνικές εκλογές που αποτελούν μια ύψιστη κομματική προτεραιότητα. Υπάρχουν κάποιοι που θα περιμένουν αναγκαστικά μέχρι να λάβουν “χρίσμα” (κομματικό ή “χορηγικό”) προκειμένου να είναι υποψήφιοι. Εμείς όμως δεν θέλουμε καμία εξάρτηση και γι αυτό ξεκινήσαμε από τώρα την προσπάθειά μας. Αν τελικά κάποια κόμματα εκτιμήσουν θετικά το εγχείρημά μας, η όποια στήριξή τους θα είναι, ασφαλώς, ευπρόσδεκτη. Από την πλευρά μου, αυτό που θεωρώ κρίσιμο για την απόφασή μου και το αναζητώ οπωσδήποτε είναι η εκτίμηση, η  θετική  αντίδραση και η στήριξη της πόλης. Η πόλη θα κρίνει τελικά και θα καθορίσει τη δική μου υποψηφιότητα.

Τι σε έκανε να ξαναδιεκδικήσεις τη μάχη για τη δημαρχία ύστερα από το 2002;

Η σχέση μου με την πόλη είναι διαχρονική, θα έλεγα υπαρξιακή. Οπως λέω, παραφράζοντας τον ποιητή Τάκη Σινόπουλο, “είμαι ένας άνθρωπος που έρχεται συνεχώς απ’ τη Θεσσαλονίκη”. Δεν ξέρω αν είναι μόνο επειδή γεννήθηκα, εργάστηκα και έζησα πάντα εδώ πάνω από 60 χρόνια αλλά ίσως και εξ αιτίας της δουλειά μου, του συγκοινωνιολόγου. Αισθάνομαι μια βαριά ευθύνη όχι μόνο γι΄ αυτά που έγιναν, αλλά κυρίως γι΄ αυτά  που δεν έγιναν. Οι προτάσεις μου, που δικαιώθηκαν οι περισσότερες, εκκρεμούν και με στοιχειώνουν από τη δεκαετία του ΄80 ακόμη, όταν άρχισα να εργάζομαι στο πανεπιστήμιο. Αισιοδοξώ πως μπορεί ακόμη να κατασκευαστεί το σύγχρονο τραμ (ως συμπλήρωμα του μετρό) και η θαλάσσια αστική συγκοινωνία. Παράλληλα, εξακολουθώ να επεξεργάζομαι καινούργιες  ιδέες, όπως είναι η  μόνιμη πεζοδρόμηση της λεωφόρου Νίκης  που θα ολοκληρώσει το παραλιακό μέτωπο και θα δώσει μια άλλη διάσταση στη σχέση της πόλης με τη θάλασσα, αποτελώντας γέφυρα μεταξύ τους και όχι εμπόδιο όπως είναι σήμερα. Εννοείται ότι έχω μελετήσει όλες τις αναγκαίες συμπληρωματικές κυκλοφοριακές ρυθμίσεις (με μεταφορά των λεωφορείων από τη Μητροπόλεως σε αποκλειστική λωρίδα αντίθετης κίνησης στην Τσιμισκή) ώστε να υλοποιηθεί η πρόταση χωρίς να παραλύει όλη η υπόλοιπη πόλη, όπως συμβαίνει κάθε φορά που  κλείνει σήμερα η λεωφόρος Νίκης περιστασιακά και ανοργάνωτα για λίγες ώρες.

Μπορεί να αποτελέσει αυτό την πρόταση τομή για τη πόλη;

Είμαι βέβαιος πως όποιος δήμαρχος  υλοποιήσει αυτή την πρόταση, θα αφήσει τη σφραγίδα του στη φτωχή, από την άποψη αυτή, ιστορία της Θεσσαλονίκης. Η συμβολική και πρακτική σημασία αυτού του έργου είναι πολύ μεγάλη, σε σύγκριση με το σχετικά χαμηλό κόστος και τη χρονική διάρκεια της κατασκευής του. Για μένα είναι η νέα “μεγάλη ιδέα” της πόλης .

Για το κυκλοφοριακό, τι άλλο θα έκανες σήμερα στη Θεσσαλονίκη;

Είναι γνωστό σε όλους τους Θεσσαλονικείς (και όχι μόνο τους ειδικούς) ότι κλειδί για την αντιμετώπιση του κυκλοφοριακού αποτελεί το θέμα της στάθμευσης. Πρέπει, επομένως, να εφαρμοστεί ένα σχέδιο ελεγχόμενης στάθμευσης, σε συνεννόηση και διάλογο με τους κατοίκους και τους καταστηματάρχες του κέντρου, με στόχο την βέλτιστη ισορροπία ανάμεσα στις θέσεις  των κατοίκων και αυτές των επισκεπτών. Βασικά κριτήριά του είναι η διατήρηση της ποιότητας ζωής στο κέντρο, η υψηλή εμπορικότητα και επισκεψιμότητα της περιοχής και η ήπια κυκλοφορία, ενώ εργαλείο επιτυχίας  αποτελεί η ορθολογική και μεταβλητή τιμολόγηση του τέλους, ανάλογα με την κρισιμότητα της θέσης. Ολα αυτά συνδυάζονται με παράλληλα μέτρα τόνωσης της φθηνής προσφοράς επιδοτούμενης στάθμευσης στα περιφερειακά πάρκινγκ, που σήμερα παρουσιάζουν περίσσεια κενών θέσεων. Τίποτε σχεδόν από τα παραπάνω δεν υπάρχει στο νέο σχέδιο στάθμευσης του δήμου που εφαρμόστηκε πρόσφατα και, εξυπηρετώντας μια ασύμφορη για την πόλη σύμβαση, έχει φέρει τους κατοίκους του κέντρου σε απόγνωση.

Τι ήταν διαφορετικό το 1998 και το 2002 όσον αφορά στην υποψηφιότητά σου; Τι έχει αλλάξει σήμερα;

Ολα είναι σήμερα διαφορετικά. Ο κόσμος, η χώρα, η πόλη και βέβαια κι εμείς. Αλίμονο αν ήμασταν ίδιοι, αν δεν είχαμε διδαχθεί τίποτα απ’ όσα ζήσαμε. Νοσταλγώ βέβαια το 1998, όταν κατάφερα να οργανώσω μια αυτοσχέδια, ξαφνική, ανεπανάληπτη, ίσως, γιορτή της πόλης με αφορμή την τότε υποψηφιότητά μου. Δεν ήμουν, όμως, προετοιμασμένος για την επιτυχία εκείνη και δεν μπόρεσα να εκπληρώσω τις μεγάλες προσδοκίες που δημιουργήθηκαν. Υστερα, προσπαθώντας ενοχικά να καλύψω την αδυναμία ολοκλήρωσης του πρώτου εγχειρήματος, επανήλθα το 2002 με (θεωρητικά μόνο) μεγαλύτερη πολιτική στήριξη αλλά λιγότερη ψυχή, ανεξαρτησία, ενθουσιασμό, και φαντασία. Χάνοντας την ιδιαιτερότητά μου έχασα, ουσιαστικά, τον εαυτό μου. Κι έρχομαι τώρα, ύστερα από 16 χρόνια, να προσφέρω για τρίτη (και τελευταία) φορά τον εαυτό μου στη διάθεση της πόλης εάν αυτή κρίνει ότι με χρειάζεται. Με λιγότερη νεανική λάμψη και ενθουσιασμό αλλά με περισσότερη πείρα, ωριμότητα και  πιο πολλή αυτογνωσία. Θέλω να πιστεύω ότι τελικά μπορεί να αποδειχθώ ο πιο “κατάλληλος” για τη θέση του δημάρχου μεταξύ των διαφόρων υποψηφίων, με γνώμονα πάντοτε την αυστηρή κρίση των πολιτών.

Μιλάς για καταλληλότητα. Δε θεωρείς κατάλληλο το Γιάννη Μπουτάρη;

Αντιθέτως, με συνδέει μια μακρόχρονη σχέση εκτίμησης και συνεργασίας με τον Γιάννη Μπουτάρη, παρά τις προσωπικές μας διαφωνίες των τελευταίων χρόνων. Πήγα για πρώτη φορά στο γραφείο του το 1990 και τον έπεισα να μπει μπροστά στην προσπάθεια που οργανώναμε τότε για να αποτραπεί η επέκταση της παλιάς παραλίας. Ηταν η παρθενική ενασχόλησή του με τα κοινά της πόλης. Αργότερα συγκροτήσαμε την «Ενωση Πολιτών για το περιβάλλον και τον πολιτισμό» με πρόεδρο τον Αντώνη Μανιτάκη και το ΄98 βοήθησε ενεργά στην προεκλογική καμπάνια του «Σαντέ». Τού ανταπέδωσα τη βοήθεια το 2006, συμβάλλοντας ενεργά στη δημιουργία της “Πρωτοβουλίας” και υποστηρίζοντάς τον ανοιχτά στις δημοτικές εκλογές, μέχρι που το 2010 καταφέραμε, όλοι μαζί, τη λύτρωση της πόλης, εκλέγοντάς τον δήμαρχο μετά από 24 χρόνια επαρχιωτισμού και εσωστρέφειας της Θεσσαλονίκης.

Ηταν, επομένως, ο πιο κατάλληλος, εκείνη τη χρονική περίοδο και τη συγκεκριμένη πολιτική συγκυρία, φέρνοντας στην πόλη την κοσμοπολίτικη νεωτερικότητα που της έλειπε αλλά και τη μεταμοντέρνα ρευστότητα του χαρακτήρα του. Η δεύτερη θητεία του, όμως, που καθορίστηκε από τη βεβαιότητα  και την υπεροψία της σίγουρης επανεκλογής του 2014, αποτελεί μια μεγάλη απογοήτευση, αφού χαρακτηρίζεται από φαινόμενα πολιτικής και προσωπικής αλαζονείας και αποξένωση από τα προβλήματα της πόλης και τη δυσβάστακτη καθημερινότητά της. Εκτιμώ πως ο κύκλος της διοίκησης Μπουτάρη έχει κλείσει οριστικά και αναζητείται τώρα η συνέχεια και η δημιουργική επανεκκίνηση της πόλης.

Ησουν υφυπουργός μεταφορών και γνωρίζεις τα μυστικά. Τι θα πρότεινες για τον ΟΑΣΘ:

Παντού, σε όλο τον κόσμο, οι δημόσιες μαζικές μεταφορές χρειάζονται δύο πράγματα για να λειτουργήσουν: επενδύσεις και τεχνογνωσία. Χωρίς αυτά, το ιδιωτικό μονοπώλιο του ΟΑΣΘ είχε από καιρό εξαντλήσει τα όριά του. Για να το πω πιο απλά, ο ΟΑΣΘ ήταν ήδη τελειωμένος από τη στιγμή που περιορίστηκαν δραστικά, λόγω της κρίσης, οι κρατικές επιδοτήσεις. Θα είχε, μάλιστα τελειώσει από τις 31.12.2009, σύμφωνα με το νόμο 2898 του 2001 που εισηγήθηκα στη Βουλή ως υφυπουργός μεταφορών και έλεγε ότι την  ημερομηνία αυτή ολόκληρη η κινητή και ακίνητη περιουσία του ΟΑΣΘ θα περιέρχονταν αυτοδίκαια στο Ελληνικό Δημόσιο άνευ ανταλλάγματος. Αυτό, δυστυχώς, δεν έγινε, γιατί το 2008 η κυβέρνηση της Ν.Δ. χάρισε στον Οργανισμό παράταση ζωής  μέχρι το τέλος της κατασκευής του μετρό. Ετσι ο ΟΑΣΘ συνέχισε να υπάρχει, να φθίνει και να παρακμάζει. Η πρόσφατη λύση της βίαιης κρατικοποίησής  του, όχι μόνο δεν έλυσε το πρόβλημα αλλά το επιδείνωσε, μετατρέποντας ένα ιδιωτικό μονοπώλιο σε κρατικό. Η πολιτεία, δηλαδή, υιοθέτησε μια προβληματική εταιρεία όπως γινόταν τη δεκαετία του 80, με αποτέλεσμα η εξυπηρέτηση των επιβατών συνεχώς να χειροτερεύει.

Αυτό που χρειάζεται τώρα να γίνει είναι να προκηρυχθεί  ένας ανοιχτός διεθνής διαγωνισμός ώστε να έρθουν στη Θεσσαλονίκη τα τα πιο σύγχρονα και καθαρά λεωφορεία, με αξιόπιστα δρομολόγια και το φθηνότερο δυνατό κόμιστρο. Η πόλη και το κράτος θα διατηρήσουν, φυσικά το σχεδιασμό και την εποπτεία για τις προδιαγραφές και το επίπεδο εξυπηρέτησης του συστήματος. Αυτή είναι η μοναδική λύση που προβλέπω ότι θα εφαρμοστεί υποχρεωτικά μέχρι το 2019 γιατί η πόλη δεν αντέχει άλλο να λειτουργεί χωρίς αξιόπιστη δημόσια αστική συγκοινωνία.