Υπό την απειλή του ρωσικού στρατιωτικού κλοιού και εν αναμονή των κινήσεων του Βλαντιμίρ Πούτιν που θα μπορούσαν να αλλάξουν τους όρους στο περιβάλλον ασφαλείας στην Ευρώπη, η Ουκρανία ουσιαστικά αποδέχεται την πραγματικότητα ότι δεν θα ενταχθεί σύντομα, αλλά και πιθανώς ποτέ, στο ΝΑΤΟ.
Και στρέφεται προς τη σύναψη μικρότερης εμβέλειας συμφωνιών ασφαλείας με περιφερειακές στρατιωτικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων Τουρκίας και Πολωνίας, αλλά και σε διμερή βάση με μεγαλύτερες δυνάμεις, όπως η Βρετανία, προσπαθώντας να αποκρύσει τη ρωσική απειλή στο εγγύς μέλλον.
Οι σχετικές συμφωνίες ήλθαν στο προσκήνιο κατά τις επισκέψεις που πραγματοποίησαν εντός της εβδομάδας στο Κίεβο αμφότεροι οι Μπόρις Τζόνσον και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με τον τελευταίο -ο οποίος και διεκδικεί ρόλο μεσολαβητή στην κρίση- να «διαφημίζει» στην Ουκρανία την προμήθεια περισσότερων μη επανδρωμένων drone τύπου Bayrakatar.
Αν και στις επίσημες ανακοινώσεις, κατόπιν της συνάντησής του με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι δεν υπήρξε σχετική, ρητή αναφορά, η συζήτηση περί συμφωνίας για την κατασκευή τουρκικών μη επανδρωμένων drone στην Ουκρανία είναι ανοιχτή -προς εκνευρισμό, στην καλύτερη περίπτωση, της Μόσχας.
Η αυξανόμενη συνεργασία με την Τουρκία είναι μόνον ένας άξονας της ευρύτερης προσπάθειας του Κιέβου για τη σύναψη μικρότερης κλίμακας πολιτικών συμφωνιών και συμφωνιών ασφαλείας, δεδομένου ότι είναι μακρά και άκρως αβέβαιη η πορεία της πρώην σοβιετικής δημοκρατίας προς τους κόλπους του ΝΑΤΟ -εάν ποτέ συμβεί.
Η Ουκρανία κινείται ταυτόχρονα προς εδραίωση της συνεργασίας της με το Ηνωμένο Βασίλειο και την Πολωνία, όπως κατέστη σαφές κατά τις συνομιλίες της ηγεσίας της με τον Μπόρις Τζόνσον, αλλά και τον Πολωνό πρωθυπουργό, Ματέους Μοραβιέτσκι, ο οποίος επίσης βρέθηκε στο Κίεβο εντός της εβδομάδας.
Η μελλοντική πιθανότητα ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ βρίσκεται στο επίκεντρο της τρέχουσας αντιπαράθεσης μεταξύ Ρωσίας και Δύσης, με το Κρεμλίνο να διαμηνύει ότι δεν θα απομακρύνει τους 100.000 στρατιώτες που έχουν συγκεντρωθεί κατά μήκος των συνόρων έως ότου λάβει -μεταξύ άλλων- τη νομικά δεσμευτική εγγύηση ότι η πρώην σοβιετική δημοκρατία δεν θα ενταχθεί ποτέ στη Συμμαχία.
Και μολονότι το ΝΑΤΟ και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν απορρίψει κατηγορηματικά τη ρωσική απαίτηση, η στάση τους παραπέμπει περισσότερο σε υπεράσπιση της πολιτικής «ανοιχτών θυρών» του ΝΑΤΟ παρά σε ενθάρρυνση της ένταξης της Ουκρανίας.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας, Ντμίτρο Κουλέμπα, έχει αναγνωρίσει αυτή την πραγματικότητα, και υπό το πρίσμα αυτό πιέζει για ισχυρότερους δεσμούς με μεμονωμένους εταίρους.
Όπως επισημαίνει σε εκτενή ανάλυσή του το Politico, η προθυμία ειδικά της Πολωνίας και της Τουρκίας να αντιμετωπίσουν τη Ρωσία, δίνει στην Ουκρανία κάποια διαβεβαίωση, συμβάλλοντας στην αντιστάθμιση των ανησυχιών του Κιέβου ότι άλλοι περιφερειακοί «παίκτες», συμπεριλαμβανομένης της Ουγγαρίας και της Γερμανίας, ενδέχεται να είναι πολύ ήπιοι με τη Μόσχα λόγω των οικονομικών ή πολιτικών τους συμφερόντων.
«Αυτό το νέο σχήμα είναι μέρος της στρατηγικής μας για μικρές συμμαχίες ως προληπτική εξωτερική πολιτική της Ουκρανίας» δηλώνει ο Ντμίτρο Κουλέμπα αναφερόμενος στη σχετική πρωτοβουλία για να προσθέσει:
«Το ζήτημα είναι ότι δεν μπορούμε να περιμένουμε ασφάλεια και ευημερία κάποτε στο μέλλον όταν γίνουμε μέλη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Το χρειαζόμαστε σήμερα».
Ο ρόλος της Τουρκίας
Αν και η Ρωσία σαφώς θα επικρατούσε με τη συντριπτική στρατιωτική υπεροχή της σε οποιαδήποτε μεγάλης κλίμακας ένοπλη σύγκρουση, τα τουρκικά drones αποτελούν για το Κίεβο ένα ισχυρό όπλο στον οκταετή πόλεμο στο Ντονμπάς της ανατολικής Ουκρανίας, όπου οι υποστηριζόμενοι από τη Ρωσία αυτονομιστές εξακολουθούν να καταλαμβάνουν εδάφη σε τμήματα του Λουχάνσκ και του Ντονέτσκ.
Τον περασμένο Δεκέμβριο, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, εξέφρασε προσωπικά στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν την ενόχλησή του για την πώληση των μη επανδρωμένων αεροσκαφών στην Ουκρανία, κατηγορώντας το Κίεβο ότι χρησιμοποίησε τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη για «καταστροφική» και «προκλητική δραστηριότητα».
Ανάλογα τουρκικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη ήταν μέρος του οπλοστασίου εξελιγμένων όπλων, μαζί με μισθοφόρους, που συνέβαλαν στη στρατιωτική νίκη του Αζερμπαϊτζάν έναντι της Αρμενίας το 2020 για τον θύλακα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ.
Η επικράτηση του Αζερμπαϊτζάν, το οποίο ανέκτησε εδάφη αναγνωρισμένα ως κυρίαρχο έδαφός του, αλλά επί μακρόν κατεχόμενα και ελεγχόμενα από την Αρμενία, κατέδειξε πως ήταν δυνατό να τερματιστούν «παγωμένες» συγκρούσεις που η Ρωσία χρησιμοποίησε προς όφελός της μέσω της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.
Η σχέση της Τουρκίας με τη Ρωσία είναι ομολογουμένως δύσκολη.
Συνεργάζονται σε ορισμένους τομείς, συγκρούονται έντονα σε άλλους. Η Άγκυρα, ενδεικτικά, ουδέποτε αναγνώρισε την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία το 2014, η οποία φιλοξενεί μεγάλη κοινότητα Τατάρων, οι οποίοι είναι κυρίως μουσουλμάνοι και τουρκογενείς, με ιστορικούς δεσμούς με την Τουρκία.
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στο Κίεβο, την Πέμπτη, ο Ερντογάν παρέστη με τον Ουκρανό πρόεδρο, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, στην επιθέωρηση στρατιωτικής τιμητικής φρουράς έξω από το παλάτι Μαριίνσκι. «Δόξα στην Ουκρανία!» είπε ο ίδιος ο Ερντογάν κατά το εθιμοτυπικό προς τους στρατιώτες, που έφεραν τυφέκια, ξιφολόγχες και ξίφη. Και εκείνοι απάντησαν: «Δόξα στους ήρωες!»
Αν και Ερντογάν και Ζελένσκι υπέγραψαν μακρά λίστα συμφωνιών οικονομικής και διοικητικής συνεργασίας την Πέμπτη, η πρόθεση της Τουρκίας να συνδράμει για την τοπική παραγωγή του Bayraktar TB2 ήταν ένα ιδιαίτερα αιχμηρό μήνυμα προς το Κρεμλίνο.
Ο Ερντογάν επανέλαβε την ίδια στιγμή την πρότασή του να φιλοξενήσει συνάντηση Ζελένσκι -Πούτιν στην Άγκυρα προς αποκλιμάκωση, και μέσω ανάρτησής του στο Twitter, που δημοσιεύτηκε στα αγγλικά, κάλεσε σε αυτοσυγκράτηση, λέγοντας πως «η Τουρκία είναι έτοιμη να συμβάλει στη διατήρηση ενός ειρηνικού και ασφαλούς περιβάλλοντος στην περιοχή της».