Ο προστατευτισμός επιστρέφει… έλειψε ποτέ;

από Ζαρωτιάδης Γρηγόρης
sms

Μια ψευδαίσθηση πλανιόνταν τα τελευταία χρόνια στη διεθνή κοινότητα.

Η διατήρηση της ανοδικής τάσης των ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης παγκοσμίως από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 για δεκαπέντε περίπου χρόνια (βλέπε το διάγραμμα 1 που ακολουθεί), προκαλούμενη από την τεχνολογική επιτάχυνση και τις θετικές (αρχικά) επιπτώσεις της χρηματιστικοποίησης, συνδυάστηκε κι ενίσχυσε την ενυπάρχουσα στην αστική ανάπτυξη διεργασία της (οικονομικής) διεθνοποίησης.

Καθώς λοιπόν η πίτα της παγκόσμιας αγοράς διευρύνονταν κι ενώ οι εξελισσόμενες πολυεθνικές καταργούσαν τον εθνικό χαρακτήρα μεγάλων κεφαλαιακών συγκεντροποιήσεων, οι διακρατικοί ανταγωνισμοί υποχωρούσαν οδηγώντας σε μια πορεία σταδιακής απάλειψης των παραδοσιακών προστατευτικών πρακτικών. Αυτή η παροδική συγκυρία διαμόρφωσε τη βιαστική βεβαιότητα ότι οι εποχές των κρατικών παρεμβάσεων στην κινητικότητα των εμπορευμάτων και των κεφαλαίων παρήλθαν ανεπιστρεπτί.

Διάγραμμα 1: Ετήσιος ρυθμός μεταβολής του παγκόσμιου κατά κεφαλήν ΑΕΠ (σε US $, σταθερές τιμές 2010, στοιχεία από τη βάση δεδομένων της Παγκόσμιας Τράπεζας)

Όμως η πραγματικότητα είναι αρκετά διαφορετική. Αφενός, ακόμη και κατά την πρόσφατη κυριαρχία των «γύρων του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου», στη θέση των διαρκώς μειούμενων δασμών και επιδοτήσεων εμφανίστηκαν σύγχρονα εργαλεία υποστήριξης της «ανταγωνιστικότητας» της εντόπιας παραγωγής, όχι μέσω της στρέβλωσης των «όρων εμπορίου», αλλά παρεμβαίνοντας στη (διαισθανόμενη) ελκυστικότητα και αξία χρήσης των εμπορευμάτων. Αφετέρου, η βουτιά της παγκόσμιας ζήτησης μετά το 2005, συνεπικουρούμενη από τη σταδιακή ωρίμανση των συστημικών ανισορροπιών που προκάλεσε η αναντίκρυστη (πια) υπερσυσσώρευση χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, επανέφερε στο προσκήνιο τις κοινωνικοπολιτικές πιέσεις για πιο άμεσες, παραδοσιακές προστατευτικές πρακτικές. Οι πιέσεις αυτές προκύπτουν τόσο από τους εργαζομένους κι ανέργους, όσο κι από επιχειρηματικά συμφέροντα παραγωγικού κυρίως προσανατολισμού, που, αν και με διεθνοποιημένη δράση, διατηρούν τον εθνικό χαρακτήρα τους.

Την ιδια στιγμη, μια νέα αρχιτεκτονική διαμορφώνεται στο διεθνές σκηνικό. Η περίοδος της «Νέας Τάξης Πραγμάτων» που ακολούθησε την κατάρρευση της COMECON και του Συμφώνου της Βαρσοβίας παρέρχεται και στη θέση της διαμορφώνεται ένας νέος διπολισμός: αφενός η ευρωατλαντική συγκρότηση των βασικών, παραδοσιακών καπιταλιστικά ανεπτυγμένων οικονομιών κι αφετέρου οι αναδυόμενες οικονομίες εμπορικής διείσδυσης και συσσώρευσης συναλλαγματικών αποθεμάτων με επίκεντρο τη σινορωσική συνάντηση.

Στην απεικόνιση που ακολουθεί αποδίδονται γεωγραφικά οι διαμορφούμενοι ανταγωνιστικοί πόλοι: με μπλε οι χώρες που μετέχουν στις συμφωνίες CETA, την υπό διαπραγμάτευση TTIP και την TTP από την οποία υπαναχώρησε μερικώς η κυβέρνηση του Τραμπ. Με κόκκινο τουναντίον οι χώρες που εντάσσονται στη στρατηγική της «μιας ζώνης, ενός δρόμου» (One Belt One Road Strategy – OBOR).[†]

Διάγραμμα 2: Γεωγραφική απεικόνιση του υπο διαμόρφωση σύγχρονου διπολισμού.

Σε αυτήν τη φάση της εμμένουσας ασθενικά παγκόσμιας ζήτησης και των εντεινόμενων συστημικών αδιεξόδων οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί επανέρχονται δριμύτεροι γύρω από τον έλεγχο αυτήν την φορά κυρίως των εμπορικών διαδρόμων (και λιγότερο των αγορών ή των πλουτοπαραγωγικών πηγών όπως σε άλλες εποχές). Συγκεντρώνοναι αφενός στις περιοχές επικάλυψης των δύο πόλων – στις μωβ χώρες που συμμετέχουν και στις δύο δικτυώσεις και στις γύρω τους περιφέρειες – ιδιαιτέρως στο τόξο από τη Βαλτική στον Εύξεινο Πόντο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Μια ζώνη εντεινόμενων ανταγωνισμών και συγκρούσεων που συγκεντρώνει για μια ακόμη φορά στην ανθρώπινη ιστορία την πλειονότητα των θυμάτων, αλλά και σημαντικές ευκαιρίες κι ελπίδες ριζοσπαστικών υπερβάσεων.

Αφετέρου οι ανταγωνισμοί αναπτύσσονται στο εσωτερικό των πόλων, κυρίως μάλιστα στο εσωτερικό της ομάδας των ανεπτυγμένων, παραδοσιακών καπιταλισμών. Τον τόνο δίνει η διακυβέρνηση Τραμπ, η οποία αναδείχθηκε ακριβώς με το διακύβευμα της υποστήριξης της εγχώριας αστικής τάξης, τόσο στην εσωτερική διανομή όσο και στη διεθνή της θέση: διαφόρων τύπων υποστήριξη των αμερικανικών εξαγωγών, ακόμη και στο εσωτερικό της NAFTA, θέσπιση νέων δασμών στη βάση της βιομηχανικής παραγωγής, σε προϊόντα χάλυβα και αλουμινίου, αποσκοπώντας τόσο στον κινεζικό αλλά και στον ευρωπαϊκό «φίλιο» ανταγωνισμό, καθώς και στοχευμένες αντενέργειες ελέγχου της διάχυσης του παραγωγικού και προϊοντικού know-how.

Πράγματι, πρόκειται για τον αποχαιρετισμού του κλασικού, αστικού φιλελευθερισμού. Όμως όχι τόσο λόγω της επιστροφής του προστατευτισμού – αυτός όπως είδαμε ήταν πάντα παρών με άλλες μορφές, ενώ η υποχώρηση των πιο παραδοσιακών μορφών του αποδείχθηκε παροδική και προέκυψε στο πλαίσιο της διεθνούς οικονομικής ανάκαμξης – αλλά κυρίως λόγω της τεχνοκρατικοποίησης της αστικής δημοκρατίας και της γενίκευσης των (αντι-) «μεταρρυθμίσεων» στο εσωτερικό: η (επανα-) συγκεντροποίηση της παραγωγής και της κυκλοφορίας, η απορρύθμιση των σχέσεων εργασίας και παραγωγής, η εμπορευματοποίηση παραδοσιακά κοινωνικών / δημοσίων αγαθών και τομέων κλειδιά της εθνικής οικονομίας αποδομούν το δυτικοευρωπαϊκό, αστικοφιλελεύθερο κεκτημένο.

Με άλλα λόγια στη θέση της παραδοσιακής αστικής κοινωνίας επιβάλλεται ο ιδιάζων συνδυασμός της νεοφιλελεύθερης εμμονής και ενός σύγχρονου οικονομικού (κι όχι μόνο) εθνικισμού. Ελπίζουμε να μην χρειαστεί η ολοκληρωτική εκτόνωσή του, αλλά να ξεπεραστεί προτού οδηγήσει σε γενίκευση της σύγκρουσης.

 

[†] Γενικεύεται η τάση της περιφερειοποίησης της εμπορικής συνολοκλήρωσης, καθώς στη θέση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου εμφανίζονται και κυριαρχούν οι πιο προωθημένες μεν, γεωγραφικά περιορισμένες δε, περιφερειακές εμπορικές συμφωνίες και ενώσεις (δείτε για παράδειγμα τις διμερείς εμπορικές συμφωνίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον σύνδεσμο https://ec.europa.eu/growth/sectors/food/processed-agricultural-products/trade-agreements_en).