Στο 5ο Αναπτυξιακό Συνέδριο Θεσσαλονίκης που διοργανώνουν το Ελληνικό Ινστιτούτο Έρευνας και Ανάπτυξης (ΕΛΙΝΕΚΑ), το MyPortal.gr και το “Πολιτικό Ημερολόγιο – Ατζέντα Θεσσαλονίκης”, μίλησε η βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ & πρώην Υφυπουργός Μακεδονίας – Θράκης, Κατερίνα Νοτοπούλου, νωρίς το πρωί με θέμα “Σχεδιάζοντας πολιτικές για την ανάπτυξη”.
“Η Ελληνική κοινωνία έχει ανάγκη από μια άμεση αλλαγή πολιτικής, ένα άλλο μείγμα αναπτυξιακών μέτρων με σαφές κοινωνικό πρόσημο”, τονίζει η κ. Νοτοπούλου.
Αναλυτικά όλη η ομιλία της:
“Η Ελληνική κοινωνία έχει ανάγκη από μια άμεση αλλαγή πολιτικής, ένα άλλο μείγμα αναπτυξιακών μέτρων με σαφές κοινωνικό πρόσημο. Ας δούμε που βρισκόμαστε:
Οι ανατιμήσεις των βασικών αγαθών και υπηρεσιών είναι εκρηκτικές. Ο πληθωρισμός ξεπέρασε τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο τον Ιανουάριο, ο πληθωρισμός της Ελλάδος για το 2022 στις προβλέψεις της Κομισιόν τριπλασιάστηκε στην νέα έκθεση συγκριτικά με την προηγούμενη, 1/3 επιχειρήσεις κινδυνεύει με λουκέτο, τα νοικοκυριά από το μέσο του μήνα αδυνατούν να κινηθούν, ,καταγράφουμε την υψηλότερη χονδροεμπορική τιμή του ρεύματος, 1/4 επιχειρήσεις είναι με μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα, η ακρίβεια μειώνει την αγοραστική δύναμη, το Ταμείο Ανάκαμψης δεν προχωρά έχουν πάρει 4 δισ προκαταβολή και φαίνεται λιγότερο έλλειμα, ερώτηση παραμένει το πότε θα τρέξει το νέο ΕΣΠΑ, τον Νοέμβρη του 2021 ήταν πάνω από 1 εκαταμ τα στοιχεία ανέργων του ΟΑΕΔ ενώ τον Δεκέμβρη του 2021, 1.100 εκατομ. Αντί να μειωθεί ο ΦΠΑ σε είδη πρώτης ανάγκης, αντί να μειωθεί ο ειδικός φόρος κατανάλωσης στα καύσιμα, η κυβέρνηση απορρίπτει τις τροπολογίες μας και επιλέγει να μειώσει τον φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου, την φορολόγηση γονικών παροχών σε υψηλές περιουσίες, να ιδιωτικοποιήσει την ΔΕΗ τον ΕΦΚΑ, να δοθούν μισθοί στα Golden Boys. Η κυβέρνηση θυμάται τα δημοσιονομικά περιθώρια όταν είναι να πάρει μέτρα για τους ευάλωτους, αυτή είναι η πραγματικότητα. Μπορούμε λοιπόν να μιλάμε για ανάπτυξη όταν η κοινωνία γονατίζει από τα βάρη? Μπορεί άραγε η οικονομία να πάρει μπρος χωρίς την ώθηση ρευστότητας? Με αυτά που ακούσαμε από τον Κυβερνητικό εκπρόσωπο θα γελούσαμε αν δεν κλαίγαμε.
Κάθε συζήτηση για την ανάπτυξη ξεκινά με ένα βασικό ερώτημα, τι ανάπτυξη θέλουμε και για ποιους? Όταν επιζητάς την ανάπτυξη είναι αναγκαία τα οράματα. Ακόμη, είναι αναγκαίο να βάλουμε στο επίκεντρο της σημερινής συζήτησης τους ανθρώπους της πραγματικής υποδομίας, τους φορείς, τις υγιείς παραγωγικές δυνάμεις, την Αυτοδιοίκηση και φυσικά δίπλα σε αυτούς να επιστρατεύσουμε και την επιστημονική γνώση. Για να απαντήσω σε αυτά τα καίρια ερωτήματα θα πρέπει να κάνουμε την παραδοχή πως για δεκαετίες κυριάρχησε ένα αντιπαραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης, είναι όμως το ίδιο μοντέλο που συνεχίζει η κυβέρνηση της ΝΔ σήμερα ακυρώνοντας κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ, προτάσσει τις δήθεν μεγάλες επενδύσεις που ούτε φαίνεται το απαραίτητο αντίκρισμα στην ελληνική κοινωνία γιατί έχουν αποσυνδεθεί από την εθνική αναπτυξιακή στρατηγική της χώρας, τα Περιφερειακά αναπτυξιακά σχέδια έχουν μεταφερθεί στον κάδο των αχρείαστων με αποτέλεσμα να ελαχιστοποιείται το συνολικό αναπτυξιακό αποτύπωμα στην ελληνική κοινωνία, από την άλλη, δε, έχει θεσμοθετηθεί ως κανόνας η παρέκκλιση και αυτή η κατα παρέκκλιση νομοθεσία λειτουργεί αποτρεπτικά για τις επενδύσεις στην πραγματικότητα.
Αν μιλήσουμε, δε, για χαμένες ευκαιρίες, θα δούμε τον νέο αναπτυξιακό νόμο να οξύνει τις περιφερειακές ανισότητες, να εντείνει τους κοινωνικούς αποκλεισμούς, να υιοθετεί την λογική της απουσίας οποιασδήποτε περιφερειακής διάστασης στην κατανομή των ενισχύσεων, τα περισσότερα καθεστώτα δεν ενσωματώνουν ούτε διαφορετικά ποσοστά κατά την περιφερειακή ενότητα, ούτε πλαφόν ούτε όρια, όπως για παράδειγμα έχει το ΕΣΠΑ. Μπαίνουν κριτήρια βιωσιμότητας μέσω των τραπεζών, on -off κριτήριο για την ένταξη του αναπτυξιακού, αυτό θα πει ότι στην πραγματικότητα πετιούνται εκτός του αναπτυξιακού η συντριπτική πλειοψηφία μικρομεσαίων επιχειρήσεων γιατί είναι αποκλεισμένοι από τον τραπεζικό δανεισμό. Ούτε ενσωματώνει ο αναπτυξιακός νόμος της Κυβέρνησης τα κριτήρια των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης του ΟΗΕ για την αξιολόγηση των επενδυτικών σχεδίων και όλα αυτά συμβαίνουν σε μια περίοδο που το επίκεντρο είναι η πράσινη μετάβαση, ο ψηφιακός πράσινος μετασχηματισμός. Έχουμε μια κυβέρνηση που νομοθετεί ακραία αντιπεριβαλλοντικά με χωροταξικές ρυθμίσεις που καταστρατηγούν κάθε έννοια βιώσιμης ανάπτυξης και αν διαβάσουμε την ετήσια έκθεση του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ τα αποθέματα άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 15,7% μετά από μία πολύ σημαντική ανάκαμψη που είχε συντελεστεί κατά την περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ το 2015-2019. Άρα, λοιπόν, παρά την πρόοδο που συντελέστηκε με το 2015 τα δομικά προβλήματα παραμένουν και η χώρα χρειάζεται μια ουσιαστική συζήτηση για τις επενδύσεις.
Εμείς για παράδειγμα, στον δικό μας αναπτυξιακό σχεδιασμό θέτουμε το πλαίσιο για τις επενδύσεις, επενδύσεις που παράγουν νέα προστιθέμενη εγχώρια αξία, που σέβονται εργατική και περιβαλλοντική νομοθεσία. Ποιος Έλληνας μπορεί να πιστεύει ότι το μέλλον του είναι καλύτερο σήμερα, ότι βλέπει ανάπτυξη στη δικιά του ζωή? Με μισθό 400 ευρώ, όταν έχει θεσμοθετηθεί η απλήρωτη εργασία, οι απλήρωτες υπερωρίες, η κατάργηση του 8ωρου το 2022? Εμείς θέλουμε επενδύσεις που είναι συμβατές με εμπορικές και παραγωγικές δραστηριότητες που δημιουργούν τεχνογνωσία. Το Ταμείο Ανάκαμψης και ανθεκτικότητας είναι μια ακόμα από τις χαμένες ευκαιρίες ενώ είναι ένα πολύ σημαντικό εργαλείο για την Αυτοδιοίκηση. Αυτή η χαμένη ευκαιρία έχει δημιουργήσει ένα διαχειριστικό χάος στην υλοποίησή του και αυτό έγινε γιατί υπάρχει μια μη ορθολογική κατεύθυνση των πόρων, γιατί συντάχθηκε σε πλήρη εναρμόνιση με την έκθεση “Πισσαρίδη”.
Κλείνοντας με μια αναφορά στην Θεσσαλονίκη, η οποία έκανε σοβαρή δουλειά τα προηγούμενα χρόνια με την Αλεξάνδρεια ζώνη καινοτομίας την ανατοποθετήσαμε ως ένα φορέα που μπορούσε να αξιοποιήσει το οικοσύστημα, αυτά τα κράτησε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, αλλά αυτό που δεν έκανε ήταν να κρατήσει όλα τα άλλα έργα όπως μια πόλη χωρίς μετρό, χωρίς λεωφορεία, ακυρωμένες εξασφαλισμένες χρηματοδοτήσεις για όλα τα έργα, αφαίρεση αναπτυξιακών αρμοδιοτήτων από το ΙΜΑΔ, άρα για ποιόν ρόλο μιλάμε σήμερα? Σήμερα χρειαζόμαστε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, χρειαζόμαστε να στηρίξουμε την ελληνική κοινωνία που έχει πληγωθεί τόσο βαριά, χρειάζεται μια μεγάλη πολιτική αλλαγή στην χώρα για βιώσιμη ανάπτυξη και αυτό αναμφίβολά σημαίνει δίκαιη ανάπτυξη”.