Εν όψει των επικείμενων εκλογών στις ΗΠΑ, η συντακτική ομάδα της New York Times υπογράφει κείμενο με τίτλο «Η μόνη πατριωτική επιλογή για πρόεδρος», στηρίζοντας επισήμως την αντιπρόεδρο του Τζο Μπάιντεν, Κάμαλα Χάρις, ενώ σκιαγραφεί μια ζοφερή εικόνα για μια δεύτερη θητεία του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
Συγκεκριμένα, αναφέρει πως ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι κατάλληλος για δεύτερη θητεία. Οι 14 συντάκτες που υπογράφουν το δημοσίευμα, εστιάζουν στον προβληματικό χαρακτήρα και τον τρόπο διακυβέρνησής του, καταλήγοντας ότι η Χάρις είναι καλύτερη επιλογή «παρά την έλλειψη λεπτομέρειας σε ορισμένα από τα σχέδιά της».
Η υποστήριξη της Χάρις δεν αποτελεί έκπληξη για την εν λόγω εφημερίδα, καθώς δεν έχει υποστηρίξει Ρεπουμπλικανό για πρόεδρο το 1956, σχολιάζει το Politico.
Σύμφωνα με τους NYT, η Κάμαλα Χάρις είναι μια αφοσιωμένη δημόσια υπάλληλος με συγκεκριμένο πλάνο για την οικονομία, την υγειονομική περίθαλψη και την εξωτερική πολιτική. Αν και αναγνωρίζεται ότι η επικοινωνιακή της στρατηγική και η περιορισμένη έκθεση στα ΜΜΕ έχουν προκαλέσει κριτική, η εφημερίδα πιστεύει πως η Χάρις είναι η καλύτερη επιλογή για τη σταθερότητα και τη δημοκρατική υγεία των ΗΠΑ.
Ο τρόπος του Τραμπ είναι «δικτακτορικός»
Το άρθρο υπογραμμίζει ότι οι κίνδυνοι από μια δεύτερη θητεία του Τραμπ, όπως η άρνησή του να αποδεχτεί εκλογικά αποτελέσματα και η πρόθεση να χρησιμοποιήσει την εξουσία για να επιτεθεί στους πολιτικούς του αντιπάλους, είναι σαφώς μεγαλύτεροι από οποιεσδήποτε αμφιβολίες για τη Χάρις. Οι αναφορές του για το ρόλο του ως «δικτάτορα» και η αδυναμία του να ελέγξει τις επικίνδυνες πολιτικές του φιλοδοξίες αποτελούν σοβαρούς λόγους για να απορριφθεί από το εκλογικό σώμα.
Οι NYT επισημαίνουν επιπλέον ότι ο Τραμπ έχει καταφέρει να μετατρέψει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα σε εργαλείο της προσωπικής του πολιτικής ατζέντας, απομακρύνοντάς το από τις αρχές του συνταγματισμού και του κράτους δικαίου.
Στο πλαίσιο της πολιτικής της, η Χάρις έχει δεσμευτεί να στηρίξει τις οικογένειες και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, να διατηρήσει τις συμμαχίες με δημοκρατικές χώρες και να προχωρήσει σε αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στην υγεία και τη μετανάστευση. Αντίθετα, οι πολιτικές του Τραμπ επικεντρώνονται σε φοροαπαλλαγές για τους πλούσιους, περιορισμό των δικαιωμάτων των γυναικών και απομόνωση των ΗΠΑ από τη διεθνή κοινότητα.
«Πολλοί ψηφοφόροι δήλωσαν ότι επιθυμούν περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τα σχέδια της αντιπροέδρου, καθώς και περισσότερες συναντήσεις χωρίς σενάριο στις οποίες θα εξηγεί το όραμα και τις πολιτικές της. Έχουν δίκιο να το ζητούν. Δεδομένου του διακυβεύματος αυτών των εκλογών, η Χάρις μπορεί να πιστεύει ότι διεξάγει μια εκστρατεία σχεδιασμένη να ελαχιστοποιήσει τους κινδύνους ενός αβίαστου λάθους – η απάντηση στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων και η προσφορά περισσότερων λεπτομερειών πολιτικής θα μπορούσε να προκαλέσει αντιπαραθέσεις, εξάλλου – με την πεποίθηση ότι το να είναι η μόνη βιώσιμη εναλλακτική λύση στον Τραμπ μπορεί να είναι αρκετό για να την οδηγήσει στη νίκη», τονίζει το δημοσίευμα.
Όπως αναφέρουν, «αυτή η στρατηγική μπορεί τελικά να αποδειχθεί νικηφόρα, αλλά αποτελεί κακή υπηρεσία για τον αμερικανικό λαό και για το δικό της ιστορικό. Και αφήνοντας στο κοινό την αίσθηση ότι προστατεύεται από σκληρές ερωτήσεις, όπως ο Μπάιντεν, θα μπορούσε να γυρίσει μπούμερανγκ υπονομεύοντας το βασικό της επιχείρημα, ότι μια ικανή νέα γενιά είναι έτοιμη να αναλάβει τα ηνία της εξουσίας».
Οι NYT σημειώνουν «η Χάρις δεν έχει άδικο, ωστόσο, όσον αφορά τους σαφείς κινδύνους από την επιστροφή του Τραμπ στο αξίωμα. Έχει υποσχεθεί να είναι ένα διαφορετικό είδος προέδρου αυτή τη φορά, ένας πρόεδρος που δεν περιορίζεται από τους ελέγχους εξουσίας που έχουν ενσωματωθεί στο αμερικανικό πολιτικό σύστημα. Η υπόσχεσή του ότι θα είναι «δικτάτορας» την «Ημέρα 1» μπορεί όντως να ήταν ένα αστείο – αλλά η απροκάλυπτη συμπάθειά του για τις δικτατορίες και τους ισχυρούς άνδρες που τις διοικούν κάθε άλλο παρά είναι».
Αν και αμφιλεγόμενη η υποψηφιότητά της σε μερίδα ψηφοφόρων, είναι η μόνη που μπορεί να αποτρέψει την υπονόμευση των θεσμών και τη διαρκή διάβρωση των δημοκρατικών αξιών, εξασφαλίζοντας έναν καλύτερο δρόμο για την Αμερική και τη διεθνή της θέση, καταλήγει το δημοσίευμα.