Janan Ganesh: «Μεγαλώνουμε χωρίς πίστη σ’ έναν κόσμο που εξακολουθεί να πιστεύει »

από Team MyPortal.gr
sms

Του Janan Ganesh (*)

Ένα είδος αντι-σφίγγας, ένα ανθρώπινο σώμα με κεφάλι λιονταριού, υποδέχεται τον επισκέπτη στην έκθεση του Βρετανικού Μουσείου με τίτλο «Ζώντας με τους θεούς». Το γλυπτό έχει ηλικία 40.000 ετών, κάτι που σημαίνει ότι είναι ένα από τα σημαντικότερα αντικείμενα που έχει κατασκευάσει ο άνθρωπος.

Η έκθεση, που εγκαινιάστηκε τον Νοέμβριο, προσπαθεί να δείξει ότι η πίστη του ανθρώπου στο θείο είναι κάτι έμφυτο. Εχει όμως και κάτι το ελεγειακό: είναι μια τελευταία προσπάθεια να καταλάβει μια κοσμική χώρα το βάθος και τον πλούτο όλων εκείνων από τα οποία απομακρύνεται. Ο πρώην διευθυντής του Μουσείου Νιλ ΜακΓκρέγκορ έχει δηλώσει ότι η δυτική Ευρώπη, και ιδιαίτερα η Βρετανία, προσπαθούν να κάνουν κάτι που καμιά κοινωνία δεν έχει πραγματικά κάνει: να «ζήσουν χωρίς ένα κοινό αφήγημα για τη θέση μας στο σύμπαν». Είναι σημαντικό, είπε, «να καταλάβουμε ότι είμαστε διαφορετικοί».

Θεωρούσα ανέκαθεν πως η εκκοσμίκευση της Βρετανίας αποτελεί μια καθαρή νίκη των φιλελεύθερων, ένα λυτρωτικό γεγονός για το άτομο. Χρειάστηκε λίγος καιρός για να συνειδητοποιήσω μια πρακτική επιπλοκή.

Η επίτευξη μιας διεθνούς καριέρας τον 21ο αιώνα θα είναι δυσκολότερη για έναν Βρετανό (ή έναν Ολλανδό, έναν Γάλλο, έναν Σκανδιναβό) απ’ό,τι για τους υπόλοιπους. Μεγαλώνουμε χωρίς πίστη σ΄έναν κόσμο που εξακολουθεί να πιστεύει. Δεν αγνοούμε απλώς τις θρησκευτικές πεποιθήσεις που διαμορφώνουν τις περιοχές όπου η πίστη είναι ισχυρή. Ξαφνιαζόμαστε όλο και περισσότερο από την ίδια την έννοια του θείου.

Στα αγγλικά, η λέξη «worldliness» σημαίνει προτίμηση του υλικού έναντι του πνευματικού, αλλά και γνώση άλλων χωρών. Επειδή η Ευρώπη έχει γίνει τόσο «worldly» με την πρώτη έννοια, έπαψε να είναι «worldly» με τη δεύτερη. Την ίδια στιγμή, όσο κι αν επικρίνεται από τους Ευρωπαίους για τη στενομυαλιά της, η Αμερική μοιάζει περισσότερο με τον υπόλοιπο πλανήτη ως προς την τάση της να πιστεύει.

Τα συστήματα πίστης διαφέρουν ως προς το περιεχόμενο, αλλά έχουν μια κοινή γραμματική. Σχεδόν όλα έχουν κανόνες συμπεριφοράς, κόστος τιμωρίας και ανταμοιβής, χώρους λατρείας και ένα είδος ιεροσύνης. Ενας Αμερικανός στο εξωτερικό, ακόμη κι αν δεν πιστεύει ο ίδιος, θα αναγνωρίσει αυτό το μοτίβο, καθώς θα του είναι οικείο. Ενας Ευρωπαίος αντίστοιχου επιπέδου μπορεί να το βρει κάπως γραφικό. Κι όμως ο Ευρωπαίος θεωρείται πιο ενημερωμένος.

Υπάρχει κάτι το παράδοξο στην παγκοσμιοποίηση. Οι κόμβοι της, όπως το Λονδίνο, είναι αθεϊστικοί, σχεδόν μηδενιστικοί, και παρά ταύτα επιδιώκουν να φιλοξενήσουν έναν εξωτερικό κόσμο που είναι μάλλον θρησκευτικός. Μερικές φορές αυτό το παράδοξο λειτουργεί: το Λονδίνο έχει γίνει κέντρο της ισλαμικής οικονομίας, θέτοντας τις εμπορικές του υπηρεσίες στη διάθεση θρήσκων επενδυτών. Σε άλλες περιπτώσεις, η επαφή του πιστού με αυτόν που δεν πιστεύει αποτελεί εμπόδιο για τις επιχειρήσεις, ακόμη κι αν υπάρχει καλή θέληση και στις δύο πλευρές. Οι τρόποι σκέψης είναι διαφορετικοί.

Αυτό το ευρωπαϊκό τυφλό σημείο είναι πρόσφατο. Στην εποχή της αυτοκρατορίας, τι επέτρεψε στους ανθρώπους από τις λασπωμένες δυτικές γωνιές της ευρασιατικής γης να κυριαρχήσουν στον πλανήτη; Η ανωτερότητα της ισχύος τους, ναι, αλλά και το γεγονός ότι από μια σημαντική άποψη – την ανθρώπινη ανάγκη της πίστης – κατανοούσαν τον υπόλοιπο κόσμο. Υστερα από έναν αιώνα παρακμής της πίστης στην Ευρώπη, ίσως να αρχίζει να παρακμάζει και αυτή η κατανόηση.

Παρά την αυτοπεποίθηση που έχει σήμερα η πνευματική αυτοκρατορία του Ρίτσαρντ Ντόκινς και του Κρίστοφερ Χίτσενς, αυτό που εντυπωσιάζει στην πορεία απομάκρυνσης από την πίστη είναι η βραδύτητα και η ανομοιογένειά της. Ακόμη και στη Βρετανία, μόλις φέτος έδειξαν οι δημοσκοπήσεις ότι η πλειοψηφία δεν ανήκει σε κάποια θρησκεία, κάτι που δεν είναι το ίδιο με το να μην πιστεύει σε κανέναν θεό. Στον υπόλοιπο κόσμο, οι πιστοί αντέχουν. Η επιστημονική επανάσταση έχει ηλικία 500 ετών. Ο Διαφωτισμός πάνω από το μισό. Αν ο άνθρωπος έχει σκοπό να ασπαστεί την αμφιβολία, σίγουρα δεν βιάζεται.

(*) Ο Τζάναν Γκάνες είναι αρθρογράφος των Financial Times