“Μνημόνια please”

από Σαδανά Γεωργία
sms

Της Γεωργίας Σαδανά, Δημοσιογράφου

 

Η αγγλόφωνη καμπάνια της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) με σύνθημα “Apodixi please” δεν κέντρισε μόνο το ενδιαφέρον των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, αλλά και την προσοχή μεγάλου αριθμού τουριστών, που επισκέφθηκαν την Ελλάδα στη διάρκεια του φετινού καλοκαιριού.

Αξιοποιώντας τις νέες τεχνολογίες και τις ψηφιακές εφαρμογές, η ΑΑΔΕ αφενός ενημερώνει τους επισκέπτες ταυτόχρονα με την άφιξή τους στην Ελλάδα για τα δικαιώματά τους στις συναλλαγές (παροχής αγαθών και υπηρεσιών) και αφετέρου τους προτρέπει να ζητούν κάθε φορά απόδειξη, προκειμένου να συνδράμουν στην προσπάθεια πάταξης της φοροδιαφυγής και καθολικής είσπραξης των φόρων.

“Πρακτικά, συνεισφέρετε στην οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας” καταλήγει το ηλεκτρονικό μήνυμα που έλαβαν τα εκατομμύρια των τουριστών στις ηλεκτρονικές τους συσκευές με το που πάτησαν χώμα ελληνικό, οπλίζοντας έτσι όσους επέλεξαν τους ελληνικούς τουριστικούς προορισμούς με ένα ισχυρό κίνητρο να στηρίξουν τη ρηξικέλευθη αυτή πρωτοβουλία.

Δεν αποκλείεται, κάποιοι από τους ντόπιους να είδαν πίσω από την τολμηρή, αυτή διαφημιστική εκστρατεία μια δημόσια ομολογία ανυποληψίας και αναποτελεσματικότητας του φοροεισπρακτικού μηχανισμού. Ούτε θεωρείται απίθανο ορισμένοι να καταγγείλουν την Ανεξάρτητη Αρχή για διεθνή δυσφήμιση της χώρας στον τομέα του τουρισμού, που πλήττει την παραδοσιακά “εθνική μας βιομηχανία”. Ακόμη και αν ανάμεσα στους τιμητές διακρίνει κανείς όσους απομακρύνουν κλωτσηδόν τους ελεγκτές της Αρχής από παραλίες, ταβέρνες, συναυλίες και πανηγύρια, κάθε φορά που εμφανίζονται αιφνιδιαστικά ζητώντας παραστατικά, τιμολόγια, αποδείξεις και άλλου τέτοιου τύπου μιαρά έντυπα.

Αναμφίβολα, η απόπειρα διασταύρωσης συναλλαγών και κεφαλαίων σε περιοχές υψηλού τζίρου στην καρδιά της τουριστικής σεζόν αποτελεί τον προφανή στόχο της καμπάνιας της ΑΑΔΕ. Η συνεισφορά των τουριστών στην “οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας” ουσιαστικά ρευστοποιεί το κεφάλαιο αγάπης, σεβασμού και προτίμησής τους προς τη χώρα αδιαμεσολάβητα από πελατειακά δίκτυα, συστήματα διαπλοκής, εστίες διαφθοράς και τοπικά μικροσυμφέροντα.

Στον αντίποδα, δηλαδή της αποτυχίας διάχυσης μιας κουλτούρας συνειδητής απόδοσης και ειλικρινούς δήλωσης των φόρων, που επιχειρήθηκε τα προηγούμενα ανέφελα χρόνια στην Ελλάδα, προτού εμφανιστούν ακόμη και σαν υποψία η λιτότητα και τα μνημόνια. “Αγαπάς την Ελλάδα, απόδειξη!” παπαγάλιζαν τα μικρά παιδιά στα τέλη της δεκαετίας του ’90, παρακολουθώντας τις τηλεοράσεις. Μόνο που η διαφήμιση  ηττήθηκε κατά κράτος από την καθημερινότητα και οι αποδείξεις έμειναν κενό γράμμα μπροστά στον άγραφο νόμο της φοροδιαφυγής.

Η φοροδιαφυγή έγινε “εθνικό σπορ”, υπερπολυτελείς κατοικίες στα απανταχού προάστια, θαλαμηγοί κάθε μήκους στα νησιά, συλλογές πολυτελείας από διεθνή brands, τσάντες και στάμπες με πανάκριβα λογότυπα, χωρίς καμία απόδειξη ενοχής απέναντι στο κοινωνικό κράτος, την αλληλεγγύη των γενεών, την υποθήκη των δημοσιονομικών μεγεθών της χώρας στο εγγύς -τελικά- μέλλον.

Στα χρόνια των μνημονίων, υπήρξαν πολλές αποδείξεις της συλλογικής ύβρεως απέναντι στον εθνικό πλούτο, την υγεία, την παιδεία, τον πολιτισμό και κυρίως τα παιδιά. Οι νέες γενιές εμπέδωσαν βιωματικά τις συνέπειες της φοροδιαφυγής, της απουσίας κάθε μορφής απόδειξης: ανεργία, ανέχεια, απαισιοδοξία. Ακόμη και αν δεν ήταν η βαθιά αιτία, η διεθνής φοροδιαφυγή παραμένει διακαής στόχος των νεοφιλελεύθερων ελίτ, κάθε φορά που εφευρίσκουν ένα νέο κενό νόμου και ένα νέο, παραδείσιο νησί.

Στα ελληνικά νησιά, το σαφάρι της απόδειξης δεν λύνει όλο το πρόβλημα. Στέλνει, ωστόσο, ένα σήμα ηχηρό, ισχυρό και παγκόσμιο, εντός και εκτός των τειχών. Σε όσους, δηλαδή, επιχειρούν να κερδοσκοπήσουν εις βάρος της χώρας, από ποντάροντας σε αποδόσεις και ομόλογα μέχρι πουλώντας μικροαγαθά και υπηρεσίες χωρίς παραστατικά στο Ίντερνετ. Όλα παίζουν, σε όλα τα επίπεδα. Αν η οθόνη της φοροδιαφυγής δεν γράψει “game over”, σύντομα θα ακουστεί από τους καλοθελητές μια νέα έκκληση της μορφής “μνημόνια please”.