Κορωνοϊός: Ο Ηλίας Μόσιαλος για το παρόν και την επόμενη μέρα

από Team MyPortal.gr
sms

Τα μέτρα φυσικής απόστασης αποφασίστηκαν και εφαρμόστηκαν γιατί το παρόν σύστημα υγείας θα αδυνατoύσε να αντιμετωπίσει το επιπλέον φορτίο ελλείψει μέτρων, γράφει ο Ηλίας Μόσιαλος σε άρθρο του στα Νέα.

Ο γνωστός καθηγητής σημειώνει ότι ενώ στη φάση της ανάσχεσης χρησιμοποιήθηκαν τα διαγνωστικά τεστ και η ιχνηλάτηση των επαφών των φορέων, στη φάση του μετριασμού, έχουμε περάσει στην εφαρμογή μέτρων φυσικής απόστασης και κοινωνικής απομάκρυνσης.

«Πρέπει ιδανικά να αυξηθεί η χρήση διαγνωστικών τεστ, αλλά πάντα αντιλαμβανόμενοι τους περιορισμούς λόγω της έλλειψης σε παγκόσμιο επίπεδο. Πρέπει επίσης να συνεχιστούν να τηρούνται τα μέτρα περιορισμού», τονίζει.

Ξεκαθαρίζει ότι «στην επόμενη φάση θα βρεθούμε αντιμέτωποι με ηθικά, κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά διλήμματα. Ο κόσμος θα αρχίσει να επιστρέφει στις δουλειές του. Παράλληλα όμως πρέπει να βρεθεί τρόπος να προστατευτούν οι ευπαθείς ομάδες. Στο πλαίσιο αυτά είναι αναγκαίο να οριστεί μια ομάδα στρατηγικής προσέγγισης υπό τον Πρωθυπουργό, που να προετοιμάζει τη χώρα για τη μετάβαση στην επόμενη μέρα».

Αναλυτικά το άρθρο του Ηλ. Μόσιαλου:

H Ελλάδα ήταν από τις πρώτες χώρες που συνειδητοποίησε το μέγεθος του προβλήματος και αντέδρασε άμεσα παίρνοντας μέτρα. Ηταν παρεμβάσεις που υποστήριξα σθεναρά, παρά τις έντονες αμφισβητήσεις, ήδη από τον περασμένο Ιανουάριο, όταν όλες οι χώρες της Ευρώπης δεν είχαν αντιληφθεί ακόμη τους κινδύνους. Αυτές τις μέρες, όντας θεατές ενός παγκοσμίου θρίλερ, παρατηρούμε πως η άμεση αντίδραση της Ελλάδας έχει, μέχρι στιγμής, ως άμεσο αποτέλεσμα τη θετική επίπτωση στις εισαγωγές νοσούντων στα νοσοκομεία. Αντίστοιχα, η μεγάλη πλειονότητα των πολιτών, αντέδρασε στα αυξημένα μέτρα θετικά, αναφορικά με το αίσθημα προσωπικής συμπεριφοράς και την τήρηση της φυσικής απόστασης.

Σε αυτή τη φάση της διαχείρισης της νόσου λοιπόν, τίθενται τρία ερωτήματα: πόσο απαραίτητα ήταν τα μέτρα, τι πρέπει να κάνουμε μετά, αλλά και τι πρέπει να γίνει στο μέλλον.
Πόσο απαραίτητα ήταν τα μέτρα;

Προτού απαντήσουμε αυτή την ερώτηση ας αναρωτηθούμε τι εμπειρία είχαμε από τις προηγούμενες επιδημίες και πανδημίες. Με βάση τα δεδομένα της πανδημίας της γρίπης των χοίρων του 2009, η θνητότητα ήταν πολύ μικρή. Επιπρόσθετα, από την επιδημία του SARS, γνωρίζαμε πως οι ασθενείς είχαν έντονη συμπτωματολογία, το οποίο ευνοούσε το έργο των υγειονομικών αρχών αναφορικά με τη διάγνωση και την απομόνωση. Τώρα, στη Wuhan, το 5% των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων χρειάστηκε πρόσβαση σε αναπνευστήρες, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην Ιταλία είναι περίπου 10%.

Μεταφέροντας την αναλογία σε εγχώριο επίπεδο, αν το 50% των Ελλήνων προσβληθεί από τον ιό (διασπορά στα 5,5 εκατομμύρια), 275.000 άνθρωποι μπορεί να χρειαστούν πρόσβαση σε αναπνευστήρα. Ακόμα και εάν το ποσοστό είναι μικρότερο, της τάξης του 1%, 55.000 Ελληνες θα χρειαστούν πρόσβαση σε αναπνευστήρα, και ακόμη περισσότεροι τις νοσοκομειακές υπηρεσίες. Επομένως, κάτι τέτοιο δεν μπορεί να το αντέξει το σύστημά μας.

Τα μέτρα φυσικής απόστασης αποφασίστηκαν και εφαρμόστηκαν γιατί το παρόν σύστημα υγείας θα αδυνατoύσε να αντιμετωπίσει το επιπλέον φορτίο ελλείψει μέτρων. Επιπρόσθετα, συγκρίνοντας παραμέτρους όπως τους πολλούς ασυμπτωματικούς φορείς, τη θνητότητα και την ταχύτερη διάδοση σε σύγκριση με άλλους ιούς, αντιλαμβανόμαστε πως η πληθυσμιακή διαχείριση όφειλε να είναι άμεση.
Τι πρέπει να γίνει τώρα

Εχουμε περάσει πλέον από την ανάσχεση στον μετριασμό και η επόμενη μέρα αναφέρεται στην καταστολή. Ενώ στη φάση της ανάσχεσης χρησιμοποιήθηκαν τα διαγνωστικά τεστ και η ιχνηλάτηση των επαφών των φορέων, στη φάση του μετριασμού, έχουμε περάσει στην εφαρμογή μέτρων φυσικής απόστασης και κοινωνικής απομάκρυνσης. Πρέπει ιδανικά να αυξηθεί η χρήση διαγνωστικών τεστ, αλλά πάντα αντιλαμβανόμενοι τους περιορισμούς λόγω της έλλειψης σε παγκόσμιο επίπεδο. Πρέπει επίσης να συνεχιστούν να τηρούνται τα μέτρα περιορισμού.

Αναφορικά με όσους συνεχίζουν να εργάζονται, να τονίσουμε πως πρέπει να τηρούνται αυστηρά τόσο οι κανόνες φυσικής απόστασης, αλλά και να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στη χρήση κοινών επιφανειών (από τα εξωτερικά πόμολα και τις λαβές, έως τις κοινές επιφάνειες στα νοσοκομεία).

Ακόμα και σε επίπεδο οικογένειας, όπου κάποια μέλη συνεχίζουν να εργάζονται καθημερινά, πρέπει να τηρείται για λόγους ασφαλείας και προστασίας, προσοχή στη φυσική απόσταση μεταξύ ατόμων στο σπίτι. Στην περίπτωση που υπάρχει κρούσμα στο σπίτι, εάν δεν μπορεί να μεταφερθεί σε διαφορετικό χώρο, ιδανικά πρέπει να γίνεται απομόνωση του κρούσματος ελαχιστοποιώντας τη χρήση κοινών χώρων.

Ανάμεσα σε αυτούς που εργάζονται θα μου επιτρέψετε την ειδική μνεία, αλλά και τη δικαιολογημένη σταθερή μου επιμονή και πίεση για τη μεγαλύτερη δυνατή προστασία του υγειονομικού προσωπικού. Δυστυχώς, οι απαγορεύσεις των εξαγωγών ιατρικού εξοπλισμού από Γαλλία και Γερμανία δημιούργησαν τεράστιο πρόβλημα. Παρότι η Γερμανία ήρε πρόσφατα τον αποκλεισμό, μέχρι και την ώρα που γραφόταν αυτό το άρθρο δεν υπήρχε ανταπόκριση στις εκκλήσεις πολλών κυβερνήσεων για παροχή ιατρικού υλικού. Χρειάζεται λοιπόν εντατικοποίηση των προσπαθειών προμήθειας περισσότερων αναπνευστήρων, παρά τη διεθνή έλλειψη και τον ανταγωνισμό.

Επιπρόσθετα, τώρα είναι μια καλή περίοδος για να να σκεφτούμε να κόψουμε το κάπνισμα, να ελέγξουμε την αρτηριακή πίεση και τον διαβήτη. Οι κλινικές μελέτες νοσούντων από τον νέο ιό, έδειξαν πως η νόσος μπορεί να έχει σοβαρές αλλά και κρίσιμες επιπτώσεις σε κάποιες ομάδες, όπως τους πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη, υψηλή αρτηριακή πίεση και αναπνευστικές νόσους. Η θνητότητα στους άνδρες ήταν πολύ μεγαλύτερη και αυτό πιθανώς οφείλεται στα μεγαλύτερα ποσοστά αντρικού πληθυσμού που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη και είναι καπνιστές.

Μέσα σε αυτή την αναπροσαρμογή της ρουτίνας, ας προσπαθήσουμε να βοηθήσουμε και τις ευπαθείς λόγω ηλικίας, ομάδες. Μικρές αλλαγές, όπως οι ωρολογιακές ζώνες χρήσης των σουπερμάρκετ μόνο από ηλικιωμένους, είναι ένας επιπλέον βαθμός προστασίας, χωρίς πραγματική δυσκολία εφαρμογής.

Επίσης, η κυβέρνηση έχει αποκτήσει πλέον μια εμπειρία από τη διαχείριση της κρίσης. Είναι επομένως η κατάλληλη περίοδος για να γίνουν κάποιες αλλαγές στις διοικήσεις περιφερειακών συστημάτων και ορισμένων νοσοκομείων, με βάση τη μέχρι στιγμής αξιολόγηση του έργου τους.
Η επόµενη µέρα

Ολοι βέβαια αναρωτιόμαστε ποσό θα κρατήσουν τα μέτρα, εάν η νόσος θα εξαλειφθεί ή εάν θα γίνει εποχική και πιθανώς επανεμφανιστεί το φθινόπωρο, ή αν δεν γίνει αυτό κι έχουμε παρατεταμένη επίπτωση μέχρι να βρεθεί το εμβόλιο.

Το σύστημα υγείας θα πρέπει να προετοιμαστεί για την καταστολή, για το δεύτερο σενάριο, και να ακολουθήσει τα παραδείγματα αντιμετώπισης χωρών όπως της Κίνας (εκτός της περιφέρειας Hubei), και το πώς κινήθηκαν στη Νότια Κορέα και στη Σιγκαπούρη, όπου έγινε εκτεταμένη χρήση τεστ ταχείας διάγνωσης για τον εντοπισμό τοπικών εξάρσεων. Επιπρόσθετα, θα πρέπει να υπάρχει εκπαίδευση και καταγεγραμμένη διαθεσιμότητα μεγάλου αριθμού προσωπικού. Αυτό θα είναι απολύτως απαραίτητο για να είναι δυνατή και η επιστροφή σημαντικού αριθμού εργαζομένων στις δουλειές τους.

Aπό το μέτωπο των κλινικών δοκιμών για φαρμακευτική αγωγή, θα έχουμε τα πρώτα αποτελέσματα μάλλον τον Μάιο, ενώ το πρώτο εμβόλιο, ίσως είναι διαθέσιμο σε 12-18 μήνες. Αυτό όμως θα εξαρτηθεί από την επιτυχία των υπό εξέλιξη κλινικών δοκιμών. Επίσης σημαντικό ρόλο θα παίξει η συστηματική χρήση μέσων ηλεκτρονικής εποπτείας.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, υπάρχουν έντονες συζητήσεις για τις οικονομικές παρεμβάσεις που θα χρειαστούν, για την ενίσχυση των επιχειρήσεων και των εργαζομένων που θα πληγούν στο επόμενο διάστημα. Η έκδοση ειδικού ευρωομολόγου θα είναι πιο επίκαιρη από ποτέ και πιστεύω πως σύντομα θα καμφθούν οι αντιδράσεις της Γερμανίας.

Στην επόμενη φάση θα βρεθούμε αντιμέτωποι με ηθικά, κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά διλήμματα. Ο κόσμος θα αρχίσει να επιστρέφει στις δουλειές του. Παράλληλα όμως πρέπει να βρεθεί τρόπος να προστατευτούν οι ευπαθείς ομάδες.

Στο πλαίσιο αυτά είναι αναγκαίο να οριστεί μια ομάδα στρατηγικής προσέγγισης υπό τον Πρωθυπουργό, που να προετοιμάζει τη χώρα για τη μεταβαση στην επόμενη μέρα. Σύντομα θα αντιμετωπίσουμε αυξητική ροή ψυχικών και χρόνιων νοσημάτων, που μεταφράζεται σε επιβάρυνση του συστήματος υγείας.

Τέλος, γνωρίζοντας πλέον τις αδυναμίες των ευπαθών και χρόνια νοσούντων απέναντι στον κορωνοϊό, ας μη δώσουμε περαιτέρω περιθώριο. Ο κορωνοϊός δεν πρέπει να σταματήσει τη ρουτίνα των ευπαθών ανθρώπων. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί και με τη χρήση της τηλεϊατρικής αλλά και με την πρόσβαση σε θεραπείες μέσα στο νοσοκομειακό περιβάλλον, αλλά σε ασφαλείς και απομονωμένους χώρους.

Η διαχείριση αυτής της πανδημίας μάς διδάσκει πως η θωράκιση μιας χώρας έγκειται στην προστασία των ευπαθών ομάδων και τη λήψη μέτρων εξοπλισμού και προστασίας των υγειονομικών υπαλλήλων. Υπό αυτό το πρίσμα, η στρατηγική προετοιμασία της πολιτείας για την επόμενη μέρα οφείλει να δρομολογηθεί ήδη σήμερα.